Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η σχέση μου με τα μαθηματικά f(g(x)) = 0

Περίεργο το πως μου προέκυψε μία τέτοια διανοητική αναζήτηση. Ίσως γιατί βρέθηκα συχνότερα από άλλες φορές την τελευταία περίοδο να μπλέκομαι με τα μαθηματικά. Ναι, τα καταραμένα τα μαθηματικά βρέθηκαν μπροστά μου πάλι. Είμαι λίγο υπερβολικός βέβαια διότι λόγω της φύσης της εργασίας μου έρχομαι σε επαφή με αυτά συχνά, αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό. Σε μικρότερο και με απλά κατανοητά μαθηματικά. Το πρόβλημα είναι τα άλλα, τα δύσκολα (βλέπε "ανώτερα"). Εγώ τα κατώτερα επιθυμώ. Ας είναι όμως. Το θέμα μας είναι τα μαθηματικά και εγώ.
Ορίζουσες, διαστήματα, λογάριθμοι, μιγαδικοί, λέξεις και σύμβολα, τύποι και συναρτήσεις. Αφύσικα εριγμένα σε τεφτέρια και εγχειρίδια. Δίνουν άραγε λύση σε πρακτικά προβλήματα ή γράφτηκαν για να γραφούν. Όπως έλεγε και ο Ζαν Μωρεάς, "η τέχνη για την τέχνη", συνεπάγεται άραγε και το "μαθηματικά για τα μαθηματικά". Τι θα έλεγε ο Euler, ο Role, ο Pelerman, ο Heisenberg, ο Feynman, ο Gοdel και τόσοι άλλοι για την χρήση των μαθηματικών. Μας χρειάζονται; Και αν ναι, σε τι βαθμό, σε τι εύρος, με ποια χρήση;
Μα τι λέω, δεν είναι το θέμα μας η χρηστική αξία των μαθηματικών αλλά η σχέση μου με αυτά. Ας πάω πίσω στο παρελθόν. Να ανασκαλέψω μνήμες.
Όπως είπα κατά περιόδους και λόγω της επαγγελματικής μου δραστηριότητας υπάρχουν φορές που ανακάμπτω στην ενασχόληση μου με αυτά (τα ανώτερα) και κάθε φορά νιώθω ότι έχω ένα βουνό μπροστά μου. Το ομολογώ, με φοβίζουν. Και ενώ όταν πάρω την απόφαση να εμπλακώ, γενικά τα καταφέρνω (μετριόφρων!), εντούτοις υπάρχει βαθιά ριζωμένος στο υποσυνείδητο μου αυτός ο φόβος, η ανάγκη να είναι μακρυά από μένα. Φέρω ένα ψυχολογικό τραύμα με τα μαθηματικά και αυτό θα προσπαθήσω να αναδείξω μέσα από το πόνημα μου.
Για μένα τα μαθηματικά στο σχολείο ισοδυναμούσαν με μία "ικανή και αναγκαία συνθήκη" προβιβασμού (=>) στην επόμενη τάξη. Ποτέ δεν τα συμπάθησα διότι ποτέ κανένας δεν με έκανε να τα αγαπήσω ή τουλάχιστον να μην τα αντιπαθήσω. Μεγαλώνοντας σε μία λαϊκή οικογένεια, με γονείς απόφοιτους βασικής εκπαίδευσης, φοιτώντας σε ένα από τα χειρότερα σχολεία της Αθήνας "μετέχοντας της ελληνικής παιδείας", για να χρησιμοποιήσω μία έκφραση της εποχής, συν-διαλεγόμενος με βαριεστημένους βολεμένους διεκπεραιωτές διδακτικών ωρών (βλέπε διδάσκοντες) και ανατρέχοντας σε πεπαλαιωμένα, κακογραμμένα εγχειρίδια δεν νομίζω ότι υπήρχε περίπτωση να συμπαθήσω την συγκεκριμένη επιστήμη. Εγώ και τα μαθηματικά κινούμασταν παράλληλα στην διάρκεια του σχολείου μέχρι και.... τις πανελλαδικές εξετάσεις. Εκεί τα μαθηματικά έκαναν μία απότομη στροφή και συναντηθήκαμε. Αναγκαστικά. Μαθηματικά = Εισαγωγή στο Πανεπιστήμιο.
ΩΧ! Ξεροκατάπια, πήρα τα κιτάπια ανά χείρας και βυθίστηκα στα όρια, τους μιγαδικούς, τους λογαρίθμους, τα ολοκληρώματα, τις ορίζουσες. Τα αντιμετώπισα σκωπτικά το ζήτημα. Δεν ξέφυγα γραμμή από την ύλη των εξετάσεων, παπαγάλισα (κλασσική ελληνική μέθοδος "απόκτησης γνώσης") όσο πιο πολλούς τύπους και ασκήσεις μπορούσα και.. μπήκα στο πανεπιστήμιο. Εκτιμώ ότι τα κατάφερα καλά στην πρώτη ουσιαστική επαφή μου με τα αναθεματισμένα, αν και οφείλω να ομολογήσω ότι αδυνατούσα να κατανοήσω οποιαδήποτε άλλη μαθηματική έννοια έξω από την "διδακτέα ύλη" (πόσο μου αρέσουν αυτές οι default εκπαιδευτικές εκφράσεις).
Στο πανεπιστήμιο και δεδομένης της κεκτημένης ταχύτητας από τις πανελλαδικές τα μαθηματικά δεν με άγγιξαν καν. Να πω την αλήθεια δεν τα θυμάμαι καν. Από εκεί και πέρα η ενασχόληση μου ήταν σπάνια και κυρίως σε βασικά ζητήματα που άπτονταν την επίλυση προγραμματιστικών προβλημάτων.
Αρκετά χρόνια μετά την λήξη των σπουδών μου ωστόσο ήρθα σε επαφή με τα μαθηματικά με έναν διαφορετικό τρόπο που με έκαναν να τα δω με διαφορετικό βλέμμα, λογοτεχνικό αρχικά και ιστορικό έπειτα.
Η λογοτεχνική επαφή μου έγινε μέσα από το μυθιστόρημα του Denis Guedj "Το θεώρημα του παπαγάλου". Το ιστορικό υπόβαθρο των μαθηματικών ανακαλύψεων όπως αυτό αποτυπώθηκε στο συγκεκριμένο έργο έκανε πιο γοητευτικά τα μαθηματικά στα μάτια και την ψυχή μου. Με άγγιξαν. Δεν αποτελούσαν πλέον μία ακολουθία μαθηματικών τύπων εριγμένων με γεωμετρικό τρόπο στις σελίδες του σχολικού ή πανεπιστημιακού βιβλίου. Κατανόησα την πραγματική ανάγκη να ανακαλυφθούν ως μέσω επίλυσης προβλημάτων που απασχόλησαν την ανθρώπινη υπόσταση.
Στην συνέχεια η επαφή μου με το μάθημα "Ιστορία των Φυσικών Επιστημών" στα πλαίσια της φοίτησης μου στο ΕΑΠ με έφερε σε επαφή με φιλοσόφους των οποίων οι μαθηματικές ανακαλύψεις εντάχθηκαν μέσα στην κοινωνία, επίλυσαν προβλήματα. Χαίρεται αγαπητοί Russel, Wittgenstein, Descartes, Leibneitz κ.α. Τους γνώρισα πρώτα σε ιστορικό πλαίσιο και μετά ενέσκηψα στα κείμενα τους κυρίως τα φιλοσοφικά ρίχνοντας και μία διαγώνια ματιά και στα μαθηματικά τους.
Μετά από αυτές τις εμπλοκές, τα εκτίμησα τα μαθηματικά, αλλά αυτό δεν άλλαξε την άποψη μου ότι πέρα από τα κατώτερα τα υπόλοιπα και δη τα ανώτερα δεν μου είναι και τόσο χρήσιμα. Σε καμμία έκφανση της ζωής μου.
Στην επαγγελματική μου δραστηριότητα τα χρησιμοποιώ, ωστόσο είναι μικρό το εύρος της μαθηματικής τυπολογίας που κάνω χρήση. Στην μη επαγγελματική καθημερινότητα μου δεν θεωρώ ότι χρειάζομαι παραπάνω από τις βασικές πράξεις προκειμένου να επιβιώσω οικονομικά.
Επανερχόμενος στην διδακτική οπτική των μαθηματικών αναρωτιέμαι ποιος ο σκοπός της εκμάθησης όλως αυτών των μαθηματικών συναρτήσεων; Ποια η χρηστική τους αξία; Ποιο το ώφελος (για να θυμηθώ και τον μεγάλο ωφελημιστή Bentham); Ίσως η πνευματική καλλιέργεια, "το ακόνισμα του μυαλού". Αν θεωρήσουμε ότι η εκμάθηση των μαθηματικών αποτελεί μία από τις σημαντικές μεθόδους εκπαίδευσης του ανθρώπινου μυαλού, τότε συμφωνώ ότι πρέπει να υπάρχουν στο διδακτικό πρόγραμμα των σχολείων και των πανεπιστημίων. Αλλά να γίνεται με σωστό τρόπο. Ποιος είναι αυτός; Αναρωτιέμαι...

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τι είναι Προσήνεια

Τα άτομα που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία χαρακτηρίζονται κυρίως από την αγάπη και το ενδιαφέρον που δείχνουν στον συνάνθρωπο τους. Δείχνουν μεγάλη ευαισθησία απέναντι στον ανθρώπινο πόνο και πάντοτε δείχνουν μεγάλη θέληση για συνεργασία με τους γύρω τους. Εμπιστεύονται εύκολα τους άλλους ενώ πολύ σπάνια κάνουν κακή κριτική για άτομα που γνωρίζουν. Είναι άτομα που προσπαθούν και αποφεύγουν τις συγκρούσεις ενώ όταν έχουν διαφορές με άλλους προσπαθούν να βρουν μια συμβιβαστική λύση. Συνήθως Δεν τους αρέσει να μιλούν πολύ για τον εαυτό τους καθώς πιστεύουν ότι οι ίδιες τους οι πράξεις είναι αυτές που αναδεικνύουν την προσωπικότητα τους.

Φεουδαρχία, μια μεσαιωνική νοοτροπία

Εισαγωγή Ο J. Le Goff στο κείμενο του για την «Ιστορία των νοοτροπιών» αναρωτιέται: «Η φεουδαρχία, πάλι, τι είναι; Ένα σύνολο θεσμών, ένας τρόπος παραγωγής, ένα κοινωνικό σύστημα, ένας τύπος στρατιωτικής οργάνωσης; [1] » Ο Κ. Ράπτης αναφέρει ότι «ο όρος φεουδαλισμός χρησιμοποιήθηκε μεταγενέστερα και όχι από τους Ευρωπαίους του Μεσαίωνα για να δηλώσει ένα σύστημα σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων σε προσωπική βάση [2] ». Ο δε D. Nicholas [3] εκφράζει την άποψη ότι η φεουδαρχία δεν μπορεί να οριστεί ως «σύστημα». Αντίθετα προτιμά χρησιμοποιήσει τον όρο «φεουδαρχικές σχέσεις» ή «φεουδαρχικός δεσμός» ως πλαίσιο ρύθμισης των ανθρωπίνων σχέσεων όπου βασικό χαρακτηριστικό αποτελεί η υποτέλεια, «ο προσωπικός δεσμός ενός υποτελούς με έναν άρχοντα [4] ». Νοοτροπία τι είναι; Σύμφωνα με την λεξικογραφική ανάλυση στο κείμενο του J. Le Goff η νοοτροπία «δηλώνει το συλλογικό χρωματισμό του ψυχισμού, τον ιδιαίτερο τρόπο που νιώθει και σκέφτεται ένας λαός, μία ορισμένη ομάδα ανθρώπων [5] ». Σκοπός αυτή

Η σύγχρονη εποχή σύμφωνα με τους Bauman και Giddens

1. Εισαγωγή. Η νεωτερικότητα και η ύστερη νεωτερικότητα (ή κατά άλλους μετανεωτερικότητα ) αποτελούν δύο όρους στην κοινωνιολογική επιστήμη για τους οποίους καταναλώθηκε σημαντική πνευματική εργασία για τον προσδιορισμός τους. Αν θέλαμε να προσδιορίσουμε χρονικά τις δύο περιόδους θα τοποθετούσαμε την νεωτερικότητα από τον 15ο αιώνα έως και το 1945 με δομικά στοιχεία τον Διαφωτισμός, της πολιτικές επαναστάσεις, την βιομηχανική επανάσταση, την επιστημονική επανάσταση και το καπιταλιστικό σύστημα. Η ύστερη νεωτερικότητα αρχίζει από το 1945 και μετά με κύρια στοιχεία την κοινωνία της αφθονίας, την παγκοσμιοποίηση, την ανάπτυξη των μέσων μαζικής επικοινωνίας, την αλλαγή των χωρικών και χρονικών συντεταγμένων, τις συναλλαγές, την κινητικότητα του κεφαλαίου. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εργασίας θα αναφερθούμε στον τρόπο με τον οποίο ερμήνευσαν οι κοινωνιολόγοι Zygmunt Bauman (κεφάλαιο 2) και Anthony Giddens τις δύο αυτές περιόδους (κεφάλαιο 3). 2. Οι θέσεις του Bauman για την νεωτε