Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η αναγέννηση στο Βυζάντιο

Εισαγωγή
«Η Αναγέννηση, ένα γνήσιο ανθρωπιστικό κίνημα, το προοίμιο του Διαφωτισμού, θέτει στο κέντρο του σύμπαντος τον άνθρωπο και αποκαθιστά την αξία της επίγειας ζωής και της ύλης που είχε διασυρθεί στο κυρίαρχο θεοκεντρικό κοσμοείδωλο του Μεσαίωνα .» Ως πολιτιστικό κίνημα επιχειρεί να αναβιώσει τα ιδεώδη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού μέσω των τεχνών και των γραμμάτων χωρίς να τα μιμείται αλλά δίνοντας την ευκαιρία στην καλλιτεχνική ιδιοφυΐα να εμπνευστεί από αυτά και να δημιουργήσει.
Η ιδεολογία του Μεσαίωνα που προηγήθηκε, βασιζόταν στην άρνηση της εγγενούς αξίας του ανθρώπου. Η Αναγέννηση αποτελεί τη συστηματική ανατροπή αυτής της θέσης. Κύρια χαρακτηριστικά της αποτελούν ο ορθολογισμός και η αιτιοκρατία, ενώ στην κοσμοαντίληψη της το φυσικό άτομο είναι ο βασικός πυρήνας δημιουργικής ενέργειας μέσα στον κόσμο και ο προορισμός του είναι να πραγματώσει τις έμφυτες κλίσεις και δεξιότητες του .
Η Αναγέννηση εκτός από πολιτισμικό κίνημα προσδιορίζει ταυτόχρονα και μία περίοδο (1350-1550) στην παγκόσμια Ιστορία. Η έναρξη του κινήματος πραγματοποιήθηκε στην Ιταλία τον 14ο αιώνα και σταδιακά επεκτάθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ωστόσο δεν είναι κάτι αυθύπαρκτο που εμφανίστηκε ξαφνικά στον ρου της Ιστορίας. Η αναθεωρημένη σύγχρονη ιστοριογραφία μέσα από την επίδραση της κίνησης των Annales, αφενός έχει αναβαθμίσει την μεσαιωνική περίοδο η οποία δεν είναι πλέον «η μακριά και σκοτεινή υπόγεια σήραγγα που συνδέει την αρχαιότητα με τους νεότερους χρόνους » αλλά μία περίοδος γόνιμη και δημιουργική και αφετέρου έχει αναδείξει μία σειρά αναγεννήσεων πριν την Αναγέννηση. Αυτές οι αναγεννήσεις μπορεί να ήταν μικρής διάρκειας και περιορισμένης πολιτισμικής επίδρασης αλλά σίγουρα συνέβαλαν με το τρόπο τους στην πορεία εξέλιξης προς την Αναγέννηση. Τέτοιες αναγεννήσεις μπορούν να θεωρηθούν η Καρολίγγεια , η αναγέννηση των Γερμανών Αυτοκρατόρων του 9ου αιώνα, η Παλαιολόγεια αναγέννηση. Η τελευταία θα μας απασχολήσει στα πλαίσια της συγκεκριμένης εργασίας για δύο λόγους. Αφενός αποτελεί την τελευταία πνευματική αναλαμπή στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία πριν την πτώση και αφετέρου διότι λόγω των στενών σχέσεων που είχε αναπτύξει το Βυζάντιο με την Δύση την συγκεκριμένη περίοδο, επέδρασε στην Ιταλική Αναγέννηση
Η Αναγέννηση στην Ιταλία
Πολιτικές και Οικονομικές συνθήκες στην Βόρεια Ιταλία
Ένας από τους βασικούς λόγους για τον οποίο η Αναγέννηση βρήκε πρόσφορο έδαφος στην Ιταλία είναι το γεγονός ότι ευνοήθηκε από τις πολιτικές συνθήκες που αναπτύχθηκαν στις πόλεις της Βόρειας Ιταλίας. Συνθήκες που δεν υπήρχαν σε άλλες περιοχές της Ευρώπης είναι η ανάπτυξη της αστικής τάξης, η υποχώρηση της φεουδαλικής κοινωνίας, η χρηματοδότηση καλλιτεχνών και διανοουμένων από τους ηγεμόνες – μαικείνες. «Η αναβίωση των πόλεων στην Βόρεια Ιταλία, στη δύση του Μεσαίωνα, παρείσχε το κοινωνικό πλαίσιο για την ανάπτυξη της δυναμικής της Αναγέννησης. Υπό την αιγίδα σφετεριστών ηγεμόνων των νεοπαγών «δημοκρατιών» οι νέοι καλλιτέχνες και λόγιοι εξέφρασαν ένα προσωπικό όραμα, γεγονός που νομιμοποιεί την πολιτική εξουσία η οποία είναι χορηγός και προστάτης τους. »
Πολιτισμικές δημιουργίες και διανοούμενοι στην Ιταλία της Αναγέννησης.
Το βασικό πολιτιστικό πρόσταγμα της Ιταλικής Αναγέννησης αποτελούσε η αναβίωση του «γνήσιου πυρήνα της ελληνικής Αρχαιότητας, που είχε συσκοτισθεί και διαστρεβλωθεί από τον μεσαιωνικό σχολαστικισμό ».
Στα Γράμματα η Αναγέννηση εκφράστηκε μέσα από το κίνημα του Ουμανισμού ένα φιλολογικό ρεύμα με σκοπό την ανακάλυψη και την δημοσίευση των βασικών κειμένων της αρχαίας γραμματείας. Μέσα στο πλαίσιο αυτό η φιλοσοφία της εποχής απομακρύνεται από τον κυρίαρχο μέχρι τότε αριστοτελισμό των μεσαιωνικών πανεπιστημίων και προσεγγίζει το έργο του Πλάτωνα (428 π.Χ – 347 π.Χ.) και των νεοπλατωνικών. Με την ίδρυση της Πλατωνική Ακαδημίας της Φλωρεντίας από την οικογένεια των Medici «επισημοποιήθηκε η στροφή των θεωρητικών προσανατολισμών της εποχής .»
Στην λογοτεχνία η Αναγέννηση ξεκίνησε από τα «στερνά» του Μεσαίωνα όπου πρόδρομοι του αναγεννησιακού κοσμοειδώλου υπήρξαν με τα έργα τους οι Dante Alighieri (1265-1321), Francesco Petrarca (1304-1374) και Giovanni Boccaccio (1313-1375).
Οι πιο σημαντικές εκφάνσεις του πνεύματος της Αναγέννησης απαντώνται στον τομέα των εικαστικών τεχνών. Στην ζωγραφική παρατηρείται μία αξιοσημείωτη στροφή προς την προσωπογραφία, ενώ η πιο σημαντική ανακάλυψη επί της οποίας θεμελιώθηκε μια πρωτοποριακή αντίληψη για την τέχνη ήταν εκείνη της γραμμικής προοπτικής . Καλλιτέχνες που «απογείωσαν» τις εικαστικές τέχνες την περίοδο αυτή και στων οποίων το έργο αποτείνεται καθημερινά φόρος τιμής από χιλιάδες επισκέπτες μουσείων την σύγχρονη εποχή είναι προσωπικότητες όπως οι: Giotto di Bondone (1266-1337), Michelangelo Buonarroti (1475-1564), Raphael Sanzio (1483-1520), Leonardo da Vinci (1452-1519). Ο τελευταίος με το έργο του «εξέφρασε με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο την αρμονική ενότητα ανάμεσα στην καλλιτεχνική ευαισθησία και την επιστημονική προσέγγιση στο φυσικό γίγνεσθαι. »
Η φιλοσοφία της Αναγέννησης ανοίγει δρόμους θεωρητικού προβληματισμού που μόνο αργότερα θα καρποφορήσουν. «Στους γενικούς της προσανατολισμούς χρωματίζεται από μία ενθουσιώδη ανακοίνωση των βασικών ενοράσεων της πλατωνικής σκέψης ». Σημαντικό ρόλο στην ανάδειξη της πλατωνικής σκέψης είχε ο σχολάρχης της Πλατωνικής Ακαδημίας της Φλωρεντίας, Marsilio Ficino (1433-1499) ενώ ο πλέον σημαντικός διανοητής για την ανάδειξη της αξίας του ανθρώπου υπήρξε ο Pico della Mirandola (1463-1494). Ωστόσο «ο αναγεννησιακός νεοπλατωνισμός λαμβάνει βαθμιαία μία όλο και πιο έντονα παγανιστική κι φυσιολατρική τροπή » με κύριο εκφραστή της τάσης αυτής που συνδέεται και με τα ενδιαφέροντα της νέας πειραματικής επιστήμης τον «καημένο » Giordano Bruno (1548-1600).
Η πολιτική σκέψη της Αναγέννησης είναι το πιο «ρηξικέλευθο θεωρητικό τόλμημα » της περιόδου, που βάζει τα θεμέλια για την πολιτική σκέψη της νεότερης εποχής. Ο στοχαστής που το εκφράζει με τον πιο δυναμικό τρόπο είναι ο Niccolo Machiavelli (1469-1527), «η σκέψη του οποίου καθαιρεί όλες τις παραδοχές σχετικά με την πολιτική πράξη, που είχαν κληρονομηθεί από τον Μεσαίωνα ». Η χριστιανική ηθική κρίνεται ασύμβατη με την πολιτική πραγματικότητα και απαιτείται μία νέα ηθική σύλληψη που θα θέτει την κοινότητα στο κέντρο του προβληματισμού και της λειτουργίας της προς όφελος του λαού. Το έργο του Άγγλου Thomas More (1478-1535) θεμελιώνει το ουτοπικό ρεύμα της νεότερης πολιτικής φιλοσοφίας. Σημαντικό υπήρξε και το έργο του Ολλανδού Desiderius Erasmus (1466-1536) ο οποίος εκφράζει την ιδέα μίας ενιαίας παιδείας πάνω στο θεμέλιο της ανθρωπιστικής καλλιέργειας.
Το Βυζάντιο των Παλαιολόγων
Οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες
Η ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Βυζαντινούς το 1261 σήμανε την τελευταία φάση της αυτοκρατορίας υπό την Παλαιολόγεια διακυβέρνηση μέχρι την Άλωση της το 1453. Ο δεσπότης του Μιστρά Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος (1261-1282) αναλαμβάνει την αυτοκρατορική διακυβέρνηση σε ένα κράτος που μόνο αυτοκρατορία δεν θύμιζε. Κάποια ελάχιστα τμήματα της επικράτειας που ήθισται να αναπτύσσεται η αυτοκρατορία βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των βυζαντινών ενώ τα υπόλοιπα τα κατείχαν Λατίνοι, Σέρβοι και η κύρια απειλή του Βυζαντίου, οι Οθωμανοί Τούρκοι. Υπήρχαν αυξομειώσεις των εδαφών την περίοδο των τριών πρώτων αυτοκρατόρων της περιόδου , ωστόσο μέχρι και το τέλος τη μείωση των εδαφών ήταν ραγδαία που λίγο πριν από την Πτώση το 1453 η αυτοκρατορία ήταν ουσιαστικά πόλη-κράτος.
Σε κοινωνικό επίπεδο η αριστοκρατία παραμένει ισχυρή στο Βυζάντιο «διατηρώντας τις παραδοσιακές πλουτοπαραγωγικές πηγές: γη και την δυνατότητα πλουτισμού μέσα από τον κρατικό μηχανισμό » επηρεάζοντας σε μεγάλο βαθμό την πολιτική εξουσία, δηλ. τον αυτοκράτορα που έτσι και αλλιώς προέρχεται από την αριστοκρατία. Εκτός από την κατοχή γαιών που διαθέτει, και οι οποίες περιορίζονται λόγω την κατάκτησης από τους Τούρκους, η αριστοκρατία επεκτείνει την οικονομική της δραστηριότητα και στο εμπόριο. Ο τρόπος ζωής των αριστοκρατών παραμένει επιδεικτικός. Πλούτο και δύναμη αποκτούν και όσοι εμπλέκονται με την δημόσια διοίκηση και διαχειρίζονται τα δύο αυτά αγαθά με τρόπο τέτοιο ώστε να μιμηθούν την αυτοκρατορική αριστοκρατία.
Το χειρότερο όμως για το Βυζάντιο είναι ότι η Παλαιολόγεια περίοδος κλυδωνίζεται από εμφύλιους πολέμους οι οποίοι προκάλεσαν καταστροφές στην ύπαιθρο καταστρέφοντας την αγροτική οικονομία, δίνοντας το δικαίωμα παρέμβασης σε ξένους στρατούς (Σέρβοι, Βούλγαροι, Τούρκοι) οι οποίοι και εκμεταλλευτήκαν την κατάσταση καταλαμβάνοντας ή λεηλατώντας βυζαντινά εδάφη. Σε πολιτικό όμως επίπεδο οι εμφύλιοι πόλεμοι σήμαιναν «την οικονομική ήττα της μεγάλης γαιοκτησίας και αντίστοιχα μία σχετική ενδυνάμωση του αστικού και εμπορικού κόσμου ». Ωστόσο και αυτή η ανάπτυξη της εμπορικής τάξης φθίνει υπό το βάρος της ραγδαίας πολιτική εξάρτησης (υποτέλειας) του Βυζαντίου από τους Οθωμανούς από το 1371 όπως και της οικονομικής πίεσης που προκαλεί στον εμπορικό κόσμο του Βυζαντίου ο ανταγωνισμός της Βενετίας και της Γένοβας για τον πιο πλήρη οικονομικό έλεγχο στην Ανατολική Μεσόγειο αποκτώντας από τους Βυζαντινούς «όλες τις προσόδους που προέρχονται από την θάλασσα ».
Πολιτισμικά φαινόμενα
Παρά την κακή οικονομική και κοινωνική κατάσταση της αυτοκρατορίας όλη αυτήν την περίοδο, η πνευματική δραστηριότητα υπήρξε σημαντική σαν μια μορφή αντίδρασης στην κατάπτωση του κράτους. Οι τομείς τους οποίους παρατηρείται μία ανάπτυξη και παραγωγικό έργο είναι η παιδεία, οι επιστήμες, η φιλοσοφία και η φιλολογία. Επίσης καλλιεργήθηκε ο ανθρωπισμός νοούμενος ως αναμόρφωση της πνευματικής ζωής με βάση της πολιτιστικές και πνευματικές αξίες της αρχαιότητας.
Η Παλαιολόγεια Αναγέννηση αναφορικά με την Τέχνη χαρακτηρίζεται από «μία ισορροπία μεταξύ υπερβατικότητας και αφηγηματικόητητας των μορφών » με μία έντονη ροπή προς την αφαίρεση, δηλ. μία όσο τον δυνατόν μεγαλύτερη απομάκρυνση από την φυσική πραγματικότητα και αντικατάσταση της με μία υπερβατική πραγματικότητα. Στην αρχιτεκτονική παρατηρείται μία διαφοροποίηση από τα έργα του παρελθόντος που είναι εμφανής στα μνημεία (βυζαντινές εκκλησίες) της περιόδου.
Την Παλαιολόγεια περίοδο η λόγια δραστηριότητα υπήρξε εξαιρετικά σημαντική. Υποστηρίχθηκε από την αριστοκρατία η οποία θέλησε να περιβάλλεται από λόγιους. Παράλληλα σημαντικοί λόγιοι έδρασαν τόσο σε λόγιο και φιλοσοφικό επίπεδο, όσο σε επίπεδο διδασκαλίας αλλά και κοινωνικής και πολιτικής συμμετοχής όπως οι Μάξιμος Πλανούδης, Γεώργιος Παχυμέρης, Θεόδωρος Μετοχίτης, Νικηφόρος Γρηγοράς, Γρηγόριος Παλαμάς, Βαρλαάμ Καλαβρός, Γεννάδιος Σχολάριος, Βασίλειος Βησσαρίων, Γεώργιος Πλήθων Γεμιστός, Μοσχόπουλος, Τρικλίνιος, Εμμανουήλ Χρυσολωράς, Ιωάννης Αργυρόπουλος, Θόδωρος Γαζής, Δημήτριος Χαλκοκονδύλης κ.α.. Οι Έλληνες λόγιοι αναζωπύρωσαν τις ελληνικές σπουδές, δίδαξαν φιλοσοφία και συνέβαλαν στη διαμόρφωση της φιλολογίας ως επιστήμη και ίδρυσαν σχολές και ακαδημίες. Σε κείμενα τους «συναντάμε, όπως και στην Ιταλία, την αναζήτηση του ατόμου, την αναζήτηση ταυ γελοίου, το ενδιαφέρον για την αναβίωση της κωμωδίας ». Παρατηρείται μία παράλληλη ανάπτυξη των γραμμάτων σε Ιταλία και Βυζάντιο την περίοδο αυτή (13ος – τα μισά του 15ου αιώνα).
Παράλληλα συνέβαλαν στην διάσωση και συλλογή χειρογράφων, στην αντιγραφή και την έκδοση αρχαίων και μεσαιωνικών κειμένων. Επίσης μετέφρασαν από την λατινική γλώσσα βιβλία σημαντικών Δυτικών φιλοσόφων όπως του Θωμά Ακινάτη και του Αυγουστίνου «πράγμα που θεωρούνταν αδιανόητο μερικές δεκαετίες πριν .». Παράλληλα αξιοποιήθηκαν ως σύμβουλοι των αυτοκρατόρων όπως ο Πλήθων και ο Βησσαρίων οι οποίοι συμμετείχαν στην Βυζαντινή αντιπροσωπεία για την ένωση των εκκλησιών τα έτη 1437-1439.
Οι Αλληλεπιδράσεις μεταξύ Βυζαντίου και Δύσης
Ανεξαρτήτως από την οικονομική και κοινωνική κατάσταση που επικρατούσε στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας την συγκεκριμένη περίοδο «ο κόσμος του Βυζαντίου της εποχής των Παλαιολόγων είναι ευρύτερος από τα όρια του μικρού και φθίνοντος κράτους ». Στα μέν Βαλκάνια το Βυζάντιο διατηρούσε εκκλησιαστικές, εμπορικές και πολιτιστικές σχέσεις ενώ με τις λατινοκρατούμενενες περιοχές της παλιάς αυτοκρατορίας ήταν μέρος μίας πολιτισμικής ενότητας με κοινή ιστορία, γλώσσα και θρησκεία . Η στενή διασύνδεση του Βυζαντίου με τις Ιταλικές Πόλεις διαμορφώθηκε στα πλαίσια της αποικιοκρατικού τύπου οικονομικής εξάρτησης των Βυζαντινών από αυτές και κυρίως την Βενετία και την Γένοβα. Οι Έλληνες άρχισαν να εγκαθίστανται στις ιταλικές πόλεις από την μέση βυζαντινή περίοδο κυρίως λόγω της εικονοκλαστικής κρίσης. Στην Βενετία η βυζαντινή κοινότητα άρχισε να αναπτύσσεται από τον 10ο αιώνα τόσο λόγω των εμπόρων όσο και των τεχνιτών και των καλλιτεχνών που καλούνταν με σκοπό την εκτέλεση μεγάλων έργων όπως ο καθεδρικός του Αγίου Μάρκου.
Από τον 12ο αιώνα άρχισαν να μεγαλώνουν οι παροικίες με την προσθήκη των εμπόρων και των τεχνιτών. Από τον 14ο αιώνα οπότε οι Οθωμανοί άρχισαν να κατακτούν τμήματα της Βυζαντινής Επικρατείας η μετανάστευση έγινε πιο έντονη και κορυφώθηκε από τον 15ο αιώνα και μετά με την ολική κατάκτηση του Βυζαντίου. Ανάμεσα στους Βυζαντινούς που μεταναστεύουν υπήρξε και ένα μεγάλο κύμα Βυζαντινών λογίων. Σχεδόν όλοι οι λόγιοι του Βυζαντίου από το 1400 φοβούμενοι την ζωή τους σε μία αυτοκρατορία υπό διάλυση άρχισαν να μεταναστεύουν προς την Ιταλία και να προσφέρουν της υπηρεσίες τους στις αυλές ηγεμόνων και πλουσίων εμπόρων .
Πολλοί από τους λόγιους που μετανάστευσαν συνέβαλαν μέσω της διάδοσης του βυζαντινού και του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού στην Ιταλική Αναγέννηση. Σημαντικοί Έλληνες λόγιοι όπως οι Χρυσολωράς, Αργυρόπουλος, Πλήθων Γεμιστός, Γαζής, Χαλκοκονδύλης, Βησσαρίων συνεισέφεραν τόσο με τις διανοητικές τους εργασίες, την διδασκαλία τους και με την διάσωση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας από την Οθωμανική καταστροφή την ακόλουθη μεταφορά στην Δύση και την διδασκαλία της στους Δυτικούς.
Επίλογος
Η Ιταλική Αναγέννηση αποτελεί την μεταβατική περίοδο ανάμεσα στους Μέσους χρόνους και την νεότερη περίοδο. Αποτελεί την χρονική στιγμή στην εξέλιξη του πολιτισμού κατά την οποία υπήρξε μία «εκτίναξη» προς ένα ανώτερο επίπεδο πολιτισμικής δημιουργίας, η οποία όμως δεν έγινε ξαφνικά αλλά προήλθε με βάση ένα σύνολο παραγόντων όπως: η προεργασία που είχε γίνει τον μεσαίωνα από τους σχολαστικούς, οι ευνοϊκές πολιτικές συνθήκες στις πόλεις της Βόρειας Ιταλίας στην οποία αναπτύχθηκε, η απόκτηση και μελέτη των αρχαίων χειρογράφων. Αυτό που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι δεν υπάρχει μία αναγέννηση οπως διαμορφώθηκε μέσα από το έργο του Bourckhardt αλλά αρκετές μικρότερου βεληνεκούς αναγεννήσεις όπως η Καρολίγγεια Αναγέννηση, η Παλαιολόγεια Αναγέννηση, Αναγέννηση των Γερμανών αυτοκρατόρων, οι οποίες επέδρασαν στην πολιτισμική εξέλιξη και οδήγησαν στο αποκορύφωμα των Αναγεννήσεων, την Ιταλική.
Προσδιορίζοντας την Ιταλική Αναγέννηση να άρχεται από τα μέσα του 15ου αιώνα τίθεται στο ερώτημα σε ποιο βαθμό οι Βυζαντινοί διανοούμενοι συνέβαλαν σε αυτήν. Ο Οικονομίδης σημειώνει ότι στην Αναγέννηση οι Βυζαντινοί δεν είχαν ενεργό συμμετοχή διότι όταν εξελίχθηκε το φαινόμενο από το δεύτερο μισό του 15ου αιώνα η Αυτοκρατορία είχε καταλυθεί και άρα δεν υπήρχαν Βυζαντινοί που να έφυγαν εκείνη την περίοδο από το Βυζάντιο και όσοι είχαν φύγει αυτό είχε γίνει νωρίτερα. Οι υπόλοιποι ήταν υπήκοοι του Οθωμανικού κράτους το οποίο αδιαφορούσε για τα πολιτισμικά υποκείμενα της Αναγέννησης και άρα δεν δύνατο να συμβάλουν. Ουσιαστικά η συμβολή των Βυζαντινών στην Ιταλική Αναγέννηση υπάρχει στο στάδιο της προετοιμασίας, όπου η διδασκαλία των μεταναστευσάντων Βυζαντινών και η τροφοδοσία των Δυτικών με τα αρχαία χειρόγραφα που έφεραν, ήταν ένα από τα βασικά στοιχεία που ενέπνευσαν τους δημιουργούς της Αναγέννησης.
Βιβλιογραφία
Αθανασόπουλος Κωνσταντίνος, Βυζαντινός και Δυτικός Κόσμος, Τόμος Α’, Βυζαντινός και Δυτικός Κόσμος:Συγκλίσεις και Αποκλίσεις, Εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα 2000.
Βαλλιάνος Περικλής, Βυζαντινός και Δυτικός Κόσμος, Τόμος Β’, Αναγέννηση και Ουμανισμός, Εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα 2000.
Οικονομίδης Νίκος, «Η Αναγέννηση και το Βυζάντιο» στα πρακτικά του συνεδρίου Βυζάντιο και Ευρώπη, Α’ Διεθνής Βυζαντινολογική Συνάντηση, Δελφοί 1985.
Λαίου Αγγελική, «Στο Βυζάντιο των Παλαιολόγων: Οικονομικά και Πολιτιστικά φαινόμενα» εισήγηση στο 9ο Συμπόσιο Βυζαντινής και μεταβυζαντινής αρχαιολογίας, 1989.

Σχόλια

Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Надо лбом волосы перехватывали ремешком или металлическим обручем, который нередко украшали драгоценными камнями.
[URL=http://styles.litso.info/pricheski-dlya-volos-s-poschagovoy-instruktsiey.html]прически для волос с пошаговой инструкцией[/URL]

В других случаях они лежат зигзагообразными уступами.
Они также не электризуют волосы.
[URL=http://hairstyles.litso.info/molodezhnaya-muzhskaya-strizhka-dlya-volnistyh-volos.html]молодёжная мужская стрижка для волнистых волос[/URL]
[URL=http://hair.litso.info/kniga-s-pricheskami-patrika-kameruna.html]книга с прическами патрика камеруна[/URL]
[URL=http://hairstyles.litso.info/pricheski-50-gg.html]прически 50 гг[/URL]
[URL=http://styles.litso.info/eva-langoriya-ee-pricheska.html]ева лангория ее прическа[/URL]

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Φεουδαρχία, μια μεσαιωνική νοοτροπία

Εισαγωγή Ο J. Le Goff στο κείμενο του για την «Ιστορία των νοοτροπιών» αναρωτιέται: «Η φεουδαρχία, πάλι, τι είναι; Ένα σύνολο θεσμών, ένας τρόπος παραγωγής, ένα κοινωνικό σύστημα, ένας τύπος στρατιωτικής οργάνωσης; [1] » Ο Κ. Ράπτης αναφέρει ότι «ο όρος φεουδαλισμός χρησιμοποιήθηκε μεταγενέστερα και όχι από τους Ευρωπαίους του Μεσαίωνα για να δηλώσει ένα σύστημα σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων σε προσωπική βάση [2] ». Ο δε D. Nicholas [3] εκφράζει την άποψη ότι η φεουδαρχία δεν μπορεί να οριστεί ως «σύστημα». Αντίθετα προτιμά χρησιμοποιήσει τον όρο «φεουδαρχικές σχέσεις» ή «φεουδαρχικός δεσμός» ως πλαίσιο ρύθμισης των ανθρωπίνων σχέσεων όπου βασικό χαρακτηριστικό αποτελεί η υποτέλεια, «ο προσωπικός δεσμός ενός υποτελούς με έναν άρχοντα [4] ». Νοοτροπία τι είναι; Σύμφωνα με την λεξικογραφική ανάλυση στο κείμενο του J. Le Goff η νοοτροπία «δηλώνει το συλλογικό χρωματισμό του ψυχισμού, τον ιδιαίτερο τρόπο που νιώθει και σκέφτεται ένας λαός, μία ορισμένη ομάδα ανθρώπων [5] ». Σκοπός αυτή

Τι είναι Προσήνεια

Τα άτομα που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία χαρακτηρίζονται κυρίως από την αγάπη και το ενδιαφέρον που δείχνουν στον συνάνθρωπο τους. Δείχνουν μεγάλη ευαισθησία απέναντι στον ανθρώπινο πόνο και πάντοτε δείχνουν μεγάλη θέληση για συνεργασία με τους γύρω τους. Εμπιστεύονται εύκολα τους άλλους ενώ πολύ σπάνια κάνουν κακή κριτική για άτομα που γνωρίζουν. Είναι άτομα που προσπαθούν και αποφεύγουν τις συγκρούσεις ενώ όταν έχουν διαφορές με άλλους προσπαθούν να βρουν μια συμβιβαστική λύση. Συνήθως Δεν τους αρέσει να μιλούν πολύ για τον εαυτό τους καθώς πιστεύουν ότι οι ίδιες τους οι πράξεις είναι αυτές που αναδεικνύουν την προσωπικότητα τους.

Η σύγχρονη εποχή σύμφωνα με τους Bauman και Giddens

1. Εισαγωγή. Η νεωτερικότητα και η ύστερη νεωτερικότητα (ή κατά άλλους μετανεωτερικότητα ) αποτελούν δύο όρους στην κοινωνιολογική επιστήμη για τους οποίους καταναλώθηκε σημαντική πνευματική εργασία για τον προσδιορισμός τους. Αν θέλαμε να προσδιορίσουμε χρονικά τις δύο περιόδους θα τοποθετούσαμε την νεωτερικότητα από τον 15ο αιώνα έως και το 1945 με δομικά στοιχεία τον Διαφωτισμός, της πολιτικές επαναστάσεις, την βιομηχανική επανάσταση, την επιστημονική επανάσταση και το καπιταλιστικό σύστημα. Η ύστερη νεωτερικότητα αρχίζει από το 1945 και μετά με κύρια στοιχεία την κοινωνία της αφθονίας, την παγκοσμιοποίηση, την ανάπτυξη των μέσων μαζικής επικοινωνίας, την αλλαγή των χωρικών και χρονικών συντεταγμένων, τις συναλλαγές, την κινητικότητα του κεφαλαίου. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εργασίας θα αναφερθούμε στον τρόπο με τον οποίο ερμήνευσαν οι κοινωνιολόγοι Zygmunt Bauman (κεφάλαιο 2) και Anthony Giddens τις δύο αυτές περιόδους (κεφάλαιο 3). 2. Οι θέσεις του Bauman για την νεωτε