Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο υπέροχος κ. Μπάουμαν

Όταν άκουσα ότι έπρεπε να ασχοληθώ με τα γραφόμενα του κ. Bauman δεν μπορώ να πω ότι μου άρεσε. Δεν τον ήξερα, δεν είχα διαβάσει κάτι δικό του μέχρι σήμερα και γενικά είχα μία άρνηση. Όταν άρχιζα όμως να διαβάζω τα γραπτά του ομολογώ ότι ενθουσιάστηκα. 
Λίγα βιογραφικά αλλά τόσο σημαντικά
Ο Zygmunt Bauman ταλαιπωρήθηκε στην ζωή του. Γεννήθηκε Εβραίος στην Πολωνία του μεσοπολέμου, το 1925. Δύσκολή εποχή να είσαι Εβραίος τότε αλλά και δύσκολο να είσαι και κομμουνιστής. Γλύτωσε από τα προγκρομ των Πολωνο-Εβραίων προς τα κρεματόρια των Ναζί και εντάχθηκε στον τότε ελεγχόμενο από τους σοβιετικούς Ελεύθερο Πολωνικό Στρατό και πολέμησε ενάντια στη ναζιστική κατοχή. Συμμετείχε στις μάχες του Κόλμπεργκ και του Βερολίνου για τις οποίες του απονεμήθηκε τον Μάιο του 1945 ο στρατιωτικός σταυρός της ανδρείας.
Παρέμεινε στον στρατό για να κάνει καριέρα μετά τον πόλεμο αλλά το Πολωνικό κομμουνιστικό κόμμα του επιφύλαξε μία έκπληξη "ναζιστικού τύπου": την εκκαθάριση του πολωνικού στρατού και του κομμουνιστικού κόμματος από τους Εβραίους το 1953.
Ο Bauman έγινε απόβλητος του συστήματος και του κόμματος. Στράφηκε στην ακαδημαϊκή καριέρα και κατάφερε να γίνει καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας και ευφυής όντας το έργο του βγήκε από τα στενά όρια της ακαδημαϊκής κοινότητας και βρήκε ανταπόκριση τους Πολωνούς αναγνώστες.
Τότε ήταν που το κομμουνιστικό κόμμα της Πολωνίας επιφύλαξε άλλη μία "ναζιστικού τύπου" έκπληξη στον Bauman. Μία εκκαθάριση των Εβραίων διδασκόντων από τα πολωνικά πανεπιστήμια (διότι στα κομμουνιστικά καθεστώτα δεν αρκεί να είσαι κομμουνιστής, αλλά κομμουνιστής με εθνική ταυτότητα..... τόσο δημοκράτες υπήρξαν.)
Ο Bauman δεν πτοήθηκε μιας και του δόθηκε η ευκαιρία να ξεδιπλώσει το ταλέντο του εκτός τον συνόρων (φυσικών και γλωσσικών) της Πολωνίας, διδάσκοντας στην Αγγλία (στο Leeds). Διαμόρφωσε μια αυτόνομη κοινωνιολογική οπτική και οντάς δημιουργικός μέχρι μεγάλη ηλικία, μας παρέδωσε ένα εξαιρετικό διανοητικό έργο. Το εντυπωσιακό είναι ότι τα σημαντικότερα έργα του τα έγραψε σε μεγάλη ηλικία και δείχνουν τόσο φρέσκα λες και τα έγραψε ένας νέος άνθρωπος. Και κάτι τελευταίο   Μετα την πτώση των κομμουνιστών η Πολωνική κυβέρνηση τον προσκάλεσε να ξαναδιδάξει στην Βαρσοβία, το οποίο και έκανε.
Έχει γράψει πολλά έργα και βιβλία και έχει αναπτύξει ποικίλες ιδέες, με σημαντικότερη την έννοια της "Ρευστότητας (liquidity)", αλλά σε αυτό το post θα κάνω μία μικρή αναφορά στα ζεύγη απόψεων του.
Παραγωγοί και καταναλωτές

Ο Bauman διέκρινε τις κοινωνίες σε δύο κατηγορίες. Στην κοινωνία των παραγωγών (μέχρι και τις αρχές του 1950) και την κοινωνία των καταναλωτών (από το 1950 και ύστερα). Η «κοινωνία της παραγωγής» είναι αυτή στην οποία οι άνθρωποι ορίζονται πρωτίστως σε σχέση με την παραγωγή αγαθών, είτε ως εργαζόμενοι είτε ως προσωρινά άνεργοι. Η δεύτερη, η «κοινωνία της κατανάλωσης», είναι αυτή όπου ο άνθρωπος δεν ορίζεται πλέον σε σχέση με τη θέση του στην παραγωγή αλλά στην κατανάλωση. Η παραγωγική διαδικασία χρειάζεται όλο και λιγότερους ανθρώπους, επομένως οι μη-έχοντες εργασία δεν αντιμετωπίζονται ως «εφεδρικός στρατός» αλλά ως κακοί καταναλωτές. Τη συλλογικότητα των εργαζομένων διαδέχεται η εξατομίκευση της κατανάλωσης. Ο καταναλωτισμός, όπως έχει δείξει και ο Baudrillard, δεν έχει να κάνει με την επιθυμία να αποκτάμε και να κατέχουμε όλο και περισσότερο πράγματα, αλλά με την έξαψη και τη σαγήνη που μας προκαλεί το ενδεχόμενο μιας νέας και πρωτόγνωρης αίσθησης: Οι καταναλωτές είναι συλλέκτες αισθήσεων. Συλλέκτες πραγμάτων είναι μόνο κατά μια δευτερεύουσα και δευτερογενή έννοια. Το πέρασμα από την κυριαρχία της παραγωγής στην κυριαρχία της κατανάλωσης συνεπάγεται και το πέρασμα από την παραγωγή του κοινωνικού τύπου του «παραγωγού/στρατιώτη» σε έναν «αισθησιοσυλλεκτικό» άνθρωπο-καταναλωτή. Ο άνθρωπος στην εποχή της κατανάλωσης αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως συλλέκτη εμπειριών που διεγείρουν τις αισθήσεις του. Οι στρατηγικές ζωής των ανθρώπων δεν αφορούν πια κάποιο μακροπρόθεσμο ή υπερβατικό σκοπό αλλά τη συλλογή όσο περισσότερων εμπειριών γίνεται. 

Το σεξ παλαιότερα και σήμερα
Μέχρι και πρόσφατα η οικογένεια είχε ένα σημαντικό ρόλο καθώς προσδιορίστηκε ως βασικός παραγωγός ευταξίας στην κοινωνία. Το σεξ συναρθρώθηκε με την οικογενειακή εστία στην υπηρεσία της τάξης (order): «κατά την πρώτη σεξουαλική επανάσταση, το σεξ έγινε το κύριο οικοδομικό υλικό για ανθεκτικές κοινωνικές δομές και για τριχοειδείς επεκτάσεις του σφαιρικού συστήματος οργάνωσης της τάξης». Το σεξ συνδεόταν άρρηκτα με την οικογένεια και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτήν, όπως και με τη συμμόρφωση σε κοινωνικά επιβαλλόμενους κανόνες. 
Την σύγχρονη εποχή το σεξ αποδεσμεύθηκε από την οικογενειακή φωλιά και τις κοινωνικές του λειτουργίες και γεμίζει πια με άγχος και αβεβαιότητα τον άνθρωπο.  Το σεξ, αποδεσμευμένο από τις οικογενειακές και συζυγικές υποχρεώσεις, έγινε και αυτό μια «εμπειρία». Εξατομικευμένο και ελεύθερο από τις κοινωνικές συμβάσεις, δεν δηλώνει πια κάτι πέρα από τον εαυτό του, είναι απλά σεξ, μια εμπειρία που πρέπει να βιώσουμε και να αποταμιεύσουμε: Τίποτε δεν έπεται από τη σεξουαλική συνάντηση, πέρα από το ίδιο το σεξ και τις αισθήσεις που τη συνοδεύουν. Το σεξ, μπορούμε να πούμε, άφησε το οικογενειακό σπίτι και βγήκε στους δρόμους, όπου συναντιούνται μονάχα περιστασιακοί διαβάτες, οι οποίοι – ενόσω συναντιούνται – ξέρουν ότι αργά ή γρήγορα (και μάλλον γρήγορα παρά αργά) οι δρόμοι τους θα χωρίσουν ξανά. Η απομόνωση και αποδέσμευση του σεξ από τις άλλες σφαίρες της ζωής και η ξαφνική αφθονία των προσφερόμενων «ερωτικών εμπειριών» παράγει ακόρεστους καταναλωτές σεξ. Ο μετανεωτερικός homo sexualis μοιράζεται τις αγωνίες του homo consumens
Πλάνητες και τουρίστες

Μία σημαντική διάκριση στην εργογραφία της Ρευστότητας του Bauman είναι η διάκριση ανάμεσα στον πλάνητα (τον μετανάστη) και τον τουρίστα. Μέχρι τις αρχές του 1950 η μετακίνηση των ανθρώπων αφορούσε την αναζήτηση μίας εργασίας και τροφής. Από τότε και μετά εισήχθη άλλη μία μορφή μετακίνησης, ο τουρισμός.
Ο τουρίστας επισκέπτεται πολλά μέρη, αλλά πάντα κρατάει απόσταση από το μέρος στο οποίο βρίσκεται. Ενώ οι προσκυνητές ταξιδεύουν επειδή έχουν κάποιο προορισμό, ο τουρίστας απολαμβάνει το ταξίδι, του αρέσει «να αλλάζει παραστάσεις». Πού και πού ίσως νοσταλγεί και αυτός τη θαλπωρή του σπιτιού του αλλά, όπως γράφει ο Bauman, «τη στιγμή που η πόρτα κλείνει απ’ έξω, το σπίτι γίνεται ένα όνειρο. Τη στιγμή που η πόρτα κλείνει από μέσα, γίνεται μια φυλακή». 
Πέρα από τους τουρίστες που έχουν την ελευθερία να μετακινούνται εδώ και κει, υπάρχουν και αυτοί που υποχρεώνονται να μετακινηθούν προς ανεύρεση εργασίας και στέγης, της σταθερότητας δηλαδή που περιφρονεί ο τουρίστας. Εκτός από τους τουρίστες, λοιπόν, υπάρχουν και οι «πλάνητες»: «οι τουρίστες ταξιδεύουν επειδή το θέλουν, οι πλάνητες ταξιδεύουν επειδή δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς». Αυτός ο διαχωρισμός τουρίστα και πλάνητα συμπυκνώνει για τον Bauman τις αντιθέσεις της σύγχρονης κοινωνίας και αποτελεί το κεντρικό κριτήριο διαφοροποίησης των ανθρώπων: «Διατείνομαι ότι η αντίθεση ανάμεσα στους τουρίστες και τους πλάνητες είναι ο μείζων, κεντρικός διαχωρισμός της μετανεωτερικής κοινωνίας». Για τον Bauman η σύγχρονη κοινωνία είναι μια διαστρωματωμένη κοινωνία, μια κοινωνία αντιθέσεων και ανταγωνισμών που κρύβεται πίσω από τις διακηρύξεις της νέας ελευθερίας της επιλογής (δηλαδή μιας καταναλωτικής μορφής ελευθερίας): Η  καταναλωτική κοινωνία, όπως και όλες οι άλλες γνωστές κοινωνίες, είναι διαστρωματωμένη, δηλαδή χαρακτηρίζεται από ανώτερες και κατώτερες κοινωνικές ομάδες. Η ανισότητες που αποτυπώνονται στη διαστρωμάτωση της καταναλωτικής κοινωνίας έγκεινται όχι απλώς και αφηρημένα στους «πάνω» και τους «κάτω», αλλά στο βαθμό κινητικότητας, στην ελευθερία των ανθρώπων να επιλέξουν το πού να βρίσκονται. Η «κινητικότητα» σημαίνει διαφορετικά πράγματα για τον τουρίστα και διαφορετικά για τον πλάνητα. Για τον ένα είναι ελευθερία, για τον άλλο καταναγκασμός: Το να είναι κανείς «επί ποδός» έχει μια ριζικά διαφορετική, αντίθετη έννοια, γι’ αυτούς που βρίσκονται στην κορυφή και γι’ αυτούς που βρίσκονται στη βάση της νέας ιεραρχίας. 
Αυτή η κεντρική αντίθεση αναλύεται έξοχα από τον Βauman και αξίζει να παραθέσουμε ένα εκτενές απόσπασμα: «Οι τουρίστες γίνονται περιπλανώμενοι και βάζουν τα γλυκόπικρα όνειρα της νοσταλγίας της πατρίδας πάνω από τις ανέσεις του σπιτιού, επειδή έτσι θέλουν. Είτε επειδή το θεωρούν ως την πλέον λογική «στρατηγική ζωής» υπό τις «παρούσες περιστάσεις», είτε επειδή γοητεύτηκαν από τις πραγματικές ή φανταστικές απολαύσεις της ζωής ενός συλλέκτη εντυπώσεων. Ωστόσο, δεν είναι όλοι οι περιπλανώμενοι επί ποδός, επειδή προτιμούν να είναι επί ποδός από το να παραμένουν στη θέση τους και επειδή θέλουν να μεταβούν κάπου αλλού ή να αρνηθούν να κάνουν μια περιπλανώμενη ζωή εφόσον τους δινόταν η δυνατότητα να επιλέξουν, όμως δε ρωτήθηκαν. Αν βρίσκονται επί ποδός, αυτό οφείλεται στο ότι «η παραμονή στο σπίτι» σ’ έναν κόσμο φτιαγμένο στα μέτρα του τουρίστα δίνει την αίσθηση της ταπείνωσης και της αγγαρείας και μακροπρόθεσμα, έτσι ή αλλιώς δε φαίνεται να αποτελεί μια εφικτή πρόταση. Βρίσκονται επί ποδός, επειδή κάποιος τους έσπρωξε, αφού προηγουμένως ξεριζώθηκαν πνευματικά από τον τόπο όπου δεν έχουν πλέον καμιά ελπίδα, εξαιτίας μιας δελεαστικής ή προωθητικής δύναμης, τόσο ισχυρής και συχνά τόσο μυστηριώδους, που υπερνικά κάθε άλλη δύναμη αντίστασης. Αυτοί είναι οι περιπλανώμενοι αλήτες, σκοτεινά, πλανόδια φεγγάρια που αντανακλούν τη λάμψη λαμπρών τουριστών ήλιων και ακολουθούν ατάραχα την τροχιά των πλανητών, καρποί της μετάλλαξης της μεταμοντέρνας εξέλιξης, τερατώδη απορρίμματα του τολμηρού νέου είδους. Οι περιπλανώμενοι αλήτες αποτελούν τα απόβλητα του κόσμου που έχει αφιερωθεί στις τουριστικές υπηρεσίες. Οι τουρίστες μένουν σ’ έναν τόπο ή μετακινούνται σύμφωνα με τις επιθυμίες τους. Φεύγουν από ένα μέρος, όταν νέες, άγνωστες ευκαιρίες τους καλούν σε άλλα μέρη. Οι περιπλανώμενοι αλήτες γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται να μείνουν σ’ ένα μέρος για πολύ, όσο και αν το επιθυμούν, αφού, όπου και αν σταματήσουν, είναι απίθανο να γίνουν δεκτοί με χαρά. Οι τουρίστες μετακινούνται, επειδή βρίσκουν τον κόσμο στα όρια της (παγκόσμιας) εμβέλειάς τους ακαταμάχητα ελκυστικό– οι περιπλανώμενοι αλήτες μετακινούνται, επειδή βρίσκουν τον κόσμο στα όρια της (τοπικής) τους εμβέλειας ανυπόφορα αφιλόξενο. Οι τουρίστες ταξιδεύουν επειδή το θέλουν. Οι περιπλανώμενοι αλήτες, επειδή δεν έχουν καμιά άλλη ανεκτή επιλογή. Αυτό που αποθεώνεται σήμερα ως «παγκοσμιοποίηση» είναι προσαρμοσμένο στα όνειρα και τις επιθυμίες των τουριστών. Μια δευτερεύουσα, αλλά αναπόφευκτη συνέπειά της είναι ο μετασχηματισμός πολλών άλλων σε περιπλανώμενους αλήτες. Οι περιπλανώμενοι αλήτες είναι ταξιδιώτες στους οποίους έχει αφαιρεθεί το δικαίωμα να μεταβληθούν σε τουρίστες». Το πρόταγμα του «τουρίστα» ηγεμονεύει και οι πλάνητες ή περιπλανώμενοι αλήτες δεν θέλουν να αποκαθηλώσουν ή να αμφισβητήσουν τον τουρίστα αλλά να του μοιάσουν: Ο περιπλανώμενος αλήτης αποτελεί το alter ego του τουρίστα. Είναι επίσης ο πλέον φλογερός θαυμαστής του τουρίστα – πόσο μάλλον όταν δεν υποψιάζεται τις πραγματικές, ελάχιστα συζητημένες δυσκολίες της ζωής του τουρίστα. Αν ρωτήσετε τους περιπλανώμενους αλήτες ποιο είδος ζωής θα ήθελαν να έχουν, εάν είχαν την ευχέρεια της ελεύθερης επιλογής, θα έχετε ως απάντηση μια περίπου ακριβή περιγραφή της υπέρτατης ευτυχίας του τουρίστα «όπως τη βλέπουμε στην τηλεόραση». Οι περιπλανώμενοι αλήτες δε διαθέτουν καμιά άλλη εικόνα της καλής ζωής, καμιά εναλλακτική ουτοπία, κανένα δικό τους πολιτικό σχέδιο. Το μόνο που επιθυμούν είναι να τους επιτραπεί να είναι τουρίστες – όπως όλοι οι άλλοι. Σ’ έναν αεικίνητο κόσμο, η μόνη αποδεκτή, ανθρώπινη μορφή αέναης κίνησης είναι ο τουρισμός.
Βιβλιογραφία:
Το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου από το: ΔΕΜΕΡΤΖΉΣ, Νίκος και ΠΕΡΕΖΟΎΣ, Κώστας (2010), «Ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν και η Διφορούμενη Νεωτερικότητα», εκδόσεις gutenmberg.

ΜΠΆΟΥΜΑΝ, Ζίγκμουντ (2009), Ρευστοί Καιροί: Η ζωή στην εποχή της αβεβαιότητας, μετάφραση Κ. Γεωρμά, Αθήνα: εκδόσεις Μεταίχμιο.
ΜΠΆΟΥΜΑΝ, Ζίγκμουντ (2002), «Η Μετανεωτερικότητα και τα Δεινά της»,μετάφραση Γ. Μπαμπασάκη, Αθήνα: εκδόσεις Ψυχογιός.




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τι είναι Προσήνεια

Τα άτομα που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία χαρακτηρίζονται κυρίως από την αγάπη και το ενδιαφέρον που δείχνουν στον συνάνθρωπο τους. Δείχνουν μεγάλη ευαισθησία απέναντι στον ανθρώπινο πόνο και πάντοτε δείχνουν μεγάλη θέληση για συνεργασία με τους γύρω τους. Εμπιστεύονται εύκολα τους άλλους ενώ πολύ σπάνια κάνουν κακή κριτική για άτομα που γνωρίζουν. Είναι άτομα που προσπαθούν και αποφεύγουν τις συγκρούσεις ενώ όταν έχουν διαφορές με άλλους προσπαθούν να βρουν μια συμβιβαστική λύση. Συνήθως Δεν τους αρέσει να μιλούν πολύ για τον εαυτό τους καθώς πιστεύουν ότι οι ίδιες τους οι πράξεις είναι αυτές που αναδεικνύουν την προσωπικότητα τους.

Φεουδαρχία, μια μεσαιωνική νοοτροπία

Εισαγωγή Ο J. Le Goff στο κείμενο του για την «Ιστορία των νοοτροπιών» αναρωτιέται: «Η φεουδαρχία, πάλι, τι είναι; Ένα σύνολο θεσμών, ένας τρόπος παραγωγής, ένα κοινωνικό σύστημα, ένας τύπος στρατιωτικής οργάνωσης; [1] » Ο Κ. Ράπτης αναφέρει ότι «ο όρος φεουδαλισμός χρησιμοποιήθηκε μεταγενέστερα και όχι από τους Ευρωπαίους του Μεσαίωνα για να δηλώσει ένα σύστημα σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων σε προσωπική βάση [2] ». Ο δε D. Nicholas [3] εκφράζει την άποψη ότι η φεουδαρχία δεν μπορεί να οριστεί ως «σύστημα». Αντίθετα προτιμά χρησιμοποιήσει τον όρο «φεουδαρχικές σχέσεις» ή «φεουδαρχικός δεσμός» ως πλαίσιο ρύθμισης των ανθρωπίνων σχέσεων όπου βασικό χαρακτηριστικό αποτελεί η υποτέλεια, «ο προσωπικός δεσμός ενός υποτελούς με έναν άρχοντα [4] ». Νοοτροπία τι είναι; Σύμφωνα με την λεξικογραφική ανάλυση στο κείμενο του J. Le Goff η νοοτροπία «δηλώνει το συλλογικό χρωματισμό του ψυχισμού, τον ιδιαίτερο τρόπο που νιώθει και σκέφτεται ένας λαός, μία ορισμένη ομάδα ανθρώπων [5] ». Σκοπός αυτή

Η σύγχρονη εποχή σύμφωνα με τους Bauman και Giddens

1. Εισαγωγή. Η νεωτερικότητα και η ύστερη νεωτερικότητα (ή κατά άλλους μετανεωτερικότητα ) αποτελούν δύο όρους στην κοινωνιολογική επιστήμη για τους οποίους καταναλώθηκε σημαντική πνευματική εργασία για τον προσδιορισμός τους. Αν θέλαμε να προσδιορίσουμε χρονικά τις δύο περιόδους θα τοποθετούσαμε την νεωτερικότητα από τον 15ο αιώνα έως και το 1945 με δομικά στοιχεία τον Διαφωτισμός, της πολιτικές επαναστάσεις, την βιομηχανική επανάσταση, την επιστημονική επανάσταση και το καπιταλιστικό σύστημα. Η ύστερη νεωτερικότητα αρχίζει από το 1945 και μετά με κύρια στοιχεία την κοινωνία της αφθονίας, την παγκοσμιοποίηση, την ανάπτυξη των μέσων μαζικής επικοινωνίας, την αλλαγή των χωρικών και χρονικών συντεταγμένων, τις συναλλαγές, την κινητικότητα του κεφαλαίου. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εργασίας θα αναφερθούμε στον τρόπο με τον οποίο ερμήνευσαν οι κοινωνιολόγοι Zygmunt Bauman (κεφάλαιο 2) και Anthony Giddens τις δύο αυτές περιόδους (κεφάλαιο 3). 2. Οι θέσεις του Bauman για την νεωτε