Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Α Παγκόσμιος Πόλεμος: το τέλος της κυριαρχίας της Ευρώπης στον κόσμο.

Πρόσφατα πραγματοποιήθηκε ένα συμβολικό γεγονός που σήμανε ουσιαστικά τον τερματισμό των διαχωριστικών γραμμών σε Ανατολή και Δύση που είχαν δημιουργηθεί μετά το τέλος του Α' παγκοσμίου Πολέμου. Την Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2007 καταργήθηκαν οι συνοριακοί έλεγχοι ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και εννέα χώρες στην Ανατολική Ευρώπη. 90 σχεδόν χρόνια μετά το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και την καταστροφή της Ευρώπης παρουσιάζω στον συγκεκριμένο post τις κυριότερες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες του Α' Παγκοσμίου πολέμου για την Ευρώπη.

«Η εξωτερική μου πολιτική και η εσωτερική μου πολιτική είναι μία και η αυτή.
Εσωτερική πολιτική: κάνω πόλεμο.
Εξωτερική πολιτική: κάνω πόλεμο.
Πάντοτε κάνω πόλεμο.»
Ζώρζ Κλεμανσώ
Πρωθυπουργός της Γαλλίας εν έτη 1918

«Οβίδες, ασφυξιογόνα και στολίσκοι από τανκ;
Καταστροφή, αφανισμός, θάνατος.
Δυσεντερία, γρίπη, τύφος.
Κάψιμο, πνιγμός, θάνατος.
Χαράκωμα, νοσοκομείο, κοινοί τάφοι.
Άλλες πιθανότητες δεν υπάρχουν απ’ αυτά»
Έριχ Μαρία Ρεμάρκ
«Ουδέν νεώτερον από το δυτικό μέτωπο»
Εισαγωγή
Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) υπήρξε ένας πραγματικός εφιάλτης για την Γηραιά Ήπειρο στον οποίο ενεπλάκησαν οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Δύο στρατόπεδα τέθηκαν αντιμέτωπα, αυτό των Κεντρικών Δυνάμεων το οποίο αποτελείτο από τις Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Ιταλία μέχρι το 1915 (μετά πήγε με το άλλο στρατόπεδο της «Συνεννόησης»), Βουλγαρία και Οθωμανική Αυτοκρατορία, ενάντια στο στρατόπεδο της «Συνεννόησης» (Αντάντ) με μέλη τις Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία (μέχρι το 1917) και μετά τον 1917 τις ΗΠΑ, χώρα που έπαιξε τον καθοριστικότερο ρόλο για την έκβαση του πολέμου υπέρ της Αντάντ. Στο πλευρό της Αντάντ τέθηκαν επίσης και οι Ελλάδα, Ιαπωνία, Σερβία με μικρότερη αλλά εξίσου κρίσιμη συμμετοχή στην εξέλιξη του πολέμου.
Η Ευρωπαϊκή κοινωνία κλονίστηκε από τον πόλεμο, που χαρακτηρίσθηκε ως πόλεμος φθοράς, και σημαδεύτηκε από τα εκατομμύρια των νεκρών, πολλοί από τους οποίους δε σκοτώθηκαν στα πεδία της μάχης, αλλά στα χαρακώματα γνωρίζοντας έναν αργό και απεχθή θάνατο οφειλόμενο σε στερήσεις και αρρώστιες, σε βομβαρδισμούς και χημικά αέρια. Σημαδεύτηκε επίσης και από τα εκατομμύρια των ανάπηρων στρατιωτών, ανίκανων να είναι ενεργά μέλη της αλλά και των ορφανών και των χηρευάμενων γυναικών που άφησαν πίσω τους οι νεκροί.
Σε οικονομικό επίπεδο, υπήρξε μεγάλη κινητοποίηση προκειμένου να εξασφαλισθούν πόροι για τη διεξαγωγή του πολέμου. Μετά το πέρας του, τα οικονομικά προβλήματα από τις καταστροφές, τα έξοδα και τα δάνεια ήταν τόσο μεγάλα που δύσκολα μπορούσαν να αντεπεξέλθουν πολλές από τις εμπλεκόμενες Ευρωπαϊκές χώρες με συνέπεια τα οικονομικά αυτά προβλήματα να προκαλέσουν πολιτικές αλλαγές μερικές εξ’αυτών μέσω κοινωνικών επαναστάσεων.
Με τις επαναστάσεις αυτές καταρρίφθηκαν τα παλαιά αυταρχικά καθεστώτα στις αυτοκρατορίες της Γερμανίας, της Αυστροουγγαρίας, της Ρωσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και δημιουργήθηκαν νέα κράτη και νέες πολιτικές δομές. Στα πλαίσια αυτής της εργασίας θα παρουσιάσουμε συνοπτικά τις συνέπειες του πολέμου αυτού που διαμόρφωσε μία «νέα τάξη πραγμάτων» σύμφωνα με τα λεγόμενα και τα επιδιωκόμενα του Αμερικάνου Πρόεδρου Γούντροου Γουίλσον.
Συνέπειες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου
Πολιτικές Συνέπειες.
Κατά την διάρκεια και μετά το πέρας του πολέμου σε όλες τις εμπλεκόμενες χώρες πραγματοποιήθηκαν απεργίες, στάσεις και επαναστάσεις ως συνέπεια των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων. «Ο πόλεμος γέννησε επαναστάσεις»[1] και είχε σαν συνέπεια να καταρρεύσουν τέσσερις παραδοσιακές απολυταρχικές αυτοκρατορίες της Ευρώπης (Ρωσία, Αυστροουγγαρία, Γερμανία, Οθωμανική Αυτοκρατορία). Οι λαοί που παλιότερα αποτελούσαν μέρη αυτών των αυτοκρατοριών, απόκτησαν εθνική ανεξαρτησία ενώ μεταβλήθηκαν τα δομικά χαρακτηριστικά των πολιτευμάτων τους. Η διάλυση της Αυστροουγγαρίας δημιούργησε τα κράτη της Αυστρίας, της Ουγγαρίας, της Τσεχοσλοβακίας, και της Γιουγκοσλαβίας όπου επεκράτησαν κοινοβουλευτικά καθεστώτα. Επίσης από τμήματα της Αυστρία, της Ρωσίας και της Γερμανίας δημιουργήθηκε η Πολωνία. Η κατάρρευση δε του τσαρικού καθεστώτος στη Ρωσία και η επιβολή του κομμουνιστικού καθεστώτος των μπολσεβίκων οδήγησαν στην ανεξαρτητοποίηση της Λιθουανίας, της Φιλανδίας, της Λετονίας, της Εσθονίας, της Λευκορωσίας και της Ουκρανίας.
Σε πολιτικό επίπεδο ο πόλεμος προκάλεσε μία βαθιά πολιτική κρίση στην Ευρώπη και με εξαίρεση τη Δυτική και Βόρεια Ευρώπη όπου υπήρχαν εδραιωμένοι κοινοβουλευτικοί θεσμοί και μακρόχρονη φιλελεύθερη παράδοση, αμφισβητήθηκε έντονα το φιλελεύθερο πολιτικό σύστημα και ενισχύθηκαν ακραίες πολιτικές ιδεολογίες όπως ο φασισμός και ο κομμουνισμός. «Οι Ευρωπαίοι βρέθηκαν στον πυρήνα της τεράστιας αντιπαράθεσης μεταξύ δημοκρατίας και ολοκληρωτισμού μετά του τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου»[2]. Ακόμα και σε χώρες με στέρεους δημοκρατικούς και κοινοβουλευτικούς θεσμούς το φιλελεύθερο πολιτικό σύστημα περιορίστηκε στα πλαίσια ενός κρατικού παρεμβατισμού και μίας κεντρικής διεύθυνσης της οικονομίας.
Σε πολλά κράτη παρά τις φοβερές συνέπειες του πολέμου δε μειώθηκε καθόλου ο εθνικισμός, και μέσω της στρατιωτικής εκφανσής του, τον μιλιταρισμό, συνεχίσθηκε η στράτευση και η προετοιμασία για έναν νέο πόλεμο. Η πολιτική πλατφόρμα των ιδεολογιών αυτών εκφράσθηκε από τα φασιστικά κόμματα των οποίων το πολιτικό-ιδεολογικό πλαίσιο διακυβέρνησης επεκράτησε με διαφορετικές μορφές και επιδιώξεις σε χώρες όπως η Γερμανία, η Ιταλία, η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία.
Βέβαια στον «αριστερό» αντίποδα, οι οικονομικές δυσκολίες του πολέμου είχαν ως συνέπεια την ισχυροποίηση του συνδικαλιστικού και του σοσιαλιστικού κινήματος σε χώρες όπως η Ρωσία, η Γερμανία και η Ουγγαρία, από το οποίο ξεπήδησαν πολιτικά κόμματα (στη Ρωσία οι μπολσεβίκοι του Λένιν, στην Γερμανία οι «Σπαρτακιστές» και το Σοσιαλιστικό κόμμα, στην Ουγγαρία το Κομμουνιστικό κόμμα του Κουν) που είχαν επιδραστικό ρόλο στα πολιτικά τεκτενόμενα της Ευρώπης τον 20ο αιώνα. Η Οκτωβριανή επανάσταση στη Ρωσία (1917) αποτέλεσε τη μεγαλύτερη κοινωνική επανάσταση μετά τη Γαλλική (1789) και επηρέασε πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά πολλές περιοχές του κόσμου.
Σημαντικές υπήρξαν οι συνέπειες του Α’ Παγκοσμίου πολέμου και στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων. Σε αντίθεση με το συνέδριο της Βιέννης του 1815 στις διαπραγματεύσεις του οποίου συμμετείχε και η ηττημένη Γαλλία, στο Παρίσι τη διετία 1919-1920 δεν συμμετείχαν οι ηττημένες χώρες Γερμανία και Αυστροουγγαρία γεγονός που δεν μπορούσαν να αποδεχθούν επ’ ουδενί τρόπο οι Γερμανοί. Επιπλέον ήταν τόσο το μίσος των Άγγλο-Γάλλων για εκδίκηση απέναντι στην Γερμανία, που ελάχιστα ελήφθησαν υποψίν τα 14 σημεία που έθεσε ο Αμερικάνος Πρόεδρος Γουίλσον για μία δίκαιη και διαρκή ειρήνη στην Ευρώπη. Οι δυσβάσταχτοι οικονομικοί όροι που επεβλήθησαν, σε συνδυασμό με την υπεροψία που έδειξαν οι νικητές απέναντι στους Γερμανούς κυρίως, αποτέλεσαν γεγονότα ικανά να στρέψουν τους πληγωμένους από την ήττα Γερμανούς προς το ναζισμό και το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στα θετικά των διπλωματικών σχέσεων συγκαταλέγεται η εγκατάλειψη της κρυφής διπλωματίας, η τόνωση του φιλειρηνικού κινήματος και η προσπάθεια για συλλογική λύση των προβλημάτων των χωρών. Στα πλαίσια των συνθηκών ειρήνης στην Ευρώπη δημιουργήθηκε και ένας διεθνής οργανισμός «Η Κοινωνία των Εθνών», πρόδρομος του σημερινού «Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών», με σκοπό τη συνεργασία των κρατών του κόσμου ανεξαρτήτως μεγέθους και ισχύος και τη διαφύλαξη της ειρήνης. Ωστόσο, ο οργανισμός αυτός είχε μηδαμινή λειτουργία, μηδενική παρεμβατικότητα και ελάχιστη αξιοπιστία αφού δεν αναγνωρίστηκε ούτε από τους εμπνευστές τους, τις ΗΠΑ.
Οικονομικές Συνέπειες
«Η Ευρώπη έβγαινε από τον πόλεμο ρημαγμένη και καταχρεωμένη[3]».Ο πόλεμος είχε σα συνέπεια την οικονομική εξάντληση των αντιμαχόμενων μερών. Η εξάντληση των αποθεμάτων, οι καταστροφές των καλλιεργειών και των κατοικιών, των εργοστασίων, των ναυπηγιών, των ορυχείων και γενικά των πλουτοπαραγωγικών πηγών από τους βομβαρδισμούς είχαν μακροπρόθεσμες συνέπειες, με σημαντικότερη την οικονομική κρίση του 1929 που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ, κύριο δανειστή των Ευρωπαϊκών χωρών κατά την διάρκεια του πολέμου, και επηρέασε σε μεγάλο βαθμό και την Ευρώπη. Οι Ευρωπαϊκές χώρες όχι μόνο είχαν εξαντλήσει τον εθνικό τους πλούτο για να χρηματοδοτήσουν τον πόλεμο αλλά ήταν και υπερχρεωμένες με τεράστια εξωτερικά δάνεια (Γαλλία, Βρετανία και Γερμανία) προς τρίτες χώρες, κυρίως προς τις ΗΠΑ. Συνέπεια των παραπάνω υπήρξε ο πληθωρισμός και η αύξηση των τιμών των καταναλωτικών αγαθών αλλά και η επιβάρυνση του προϋπολογισμού των κρατών από τα έξοδα ανοικοδόμησης και παροχής οικονομικής υποστήριξης προς ανάπηρους, χήρες και ορφανά.
Πέρα από τις οικονομικές καταστροφές λόγω του πολέμου, στις ηττημένες χώρες Γερμανία και Αυστρία, επεβλήθησαν υψηλά πρόστιμα ως οικονομικές αποζημιώσεις οι οποίες εξήντλησαν την οικονομία των χωρών αυτών.
Η σημαντικότερη όμως συνέπεια για την οικονομία των κρατών της Ευρώπης προήλθε από τον θάνατο των οκτώ εκατομμυρίων στρατιωτών, νέων σε ηλικία κατά το πλείστον και παραγωγικά ενεργών, αλλά και από την οικονομική επιβάρυνση των οικογενειών, δήμων και χωρών με την παροχή οικονομικών βοηθημάτων στους τραυματισμένους στρατιώτες, πολλοί από τους οποίους δεν ήταν σε θέση πλέον να συνεισφέρουν στην οικονομία των κοινωνιών.
Οι οικονομικές ζημίες του πολέμου είχαν σαν συνέπεια να απολέσει η Ευρώπη, την ηγετική θέση που είχε στην παγκόσμια οικονομία. Πάρα πολλές περιοχές ισοπεδώθηκαν, οι εμπορικοί στόλοι των Ευρωπαϊκών χωρών κατεστράφησαν και το υπερπόντιο εμπόριο με τη Λατινική Αμερική και την Άπω Ανατολή πέρασε στον έλεγχο των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και του Καναδά που μετά τον πόλεμο κατέλαβαν την ηγετική θέση στο εμπόριο, την οικονομία και τη βιομηχανία.
Κοινωνικές Συνέπειες
Η σημαντικότερη κοινωνική συνέπεια του τετραετούς πολέμου ήταν τα οκτώμισι εκατομμύρια νεκρών και τα είκοσι εκατομμύρια των τραυματιών, στην συντριπτική πλειοψηφία τους άνδρες. Η Γαλλία, η Γερμανία, η Ρωσία και η Αυστροουγγαρία είχαν απώλειες που άγγιζαν ή ξεπερνούσαν το 10% του πληθυσμού των. Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχτηκε η αγροτική τάξη, αφού το μεγαλύτερο μέρος των νεκρών στρατιωτών προερχόταν από αυτήν.
Στις απώλειες του πολέμου θα πρέπει να συνυπολογισθούν και οι θάνατοι των αμάχων από τις πολεμικές επιχειρήσεις αλλά και η αυξημένη θνησιμότητα λόγω των στερήσεων, των ασθενειών και των κακών συνθηκών υγιεινής. Οι κακές συνθήκες υγιεινής σε συνδυασμό με την καταστροφή των καλλιεργειών ενίσχυσαν την έξαρση των λοιμώξεων, με αποκορύφωμα την επιδημία της «ισπανικής γρίπης» το 1918 που εξόντωσε χιλιάδες άτομα σε Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία.
Σημαντικά υπήρξαν τα προβλήματα ενσωμάτωσης και επανένταξης στην κοινωνία των στρατιωτών που επιβίωσαν είτε αρτιμελείς είτε με αναπηρίες και μόνιμες βλάβες . Κοινωνική απομόνωση και απαξίωση, ψυχολογικά προβλήματα, οδηγούσαν τους βετεράνους στο να ενταχθούν σε ακραία κινήματα ακροαριστερά ή φασιστικά.
Σε δημογραφικούς όρους ο θάνατος τόσων ανδρών είχε σαν συνέπεια τη μείωση του ποσοστού των γεννήσεων, την αύξηση της παιδικής θνησιμότητας (σε συνδυασμό με τις κακές συνθήκες υγιεινής) και την γήρανση του πληθυσμού.
Σημαντική μεταβολή για τις κοινωνίες της Ευρώπης υπήρξε η υιοθέτηση για πρώτη φορά του μέτρου της ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ κρατών μετά την διευθέτηση των συνορών. Η ανταλλαγή πληθυσμών θα προξενήσει προβλήματα προσαρμογής και κοινωνική ανισότητα μεταξύ των γηγενών και των προσφυγικών πληθυσμών.
Δεν υπάρχουν όμως μόνο αρνητικές συνέπειες από τον πόλεμο, αλλά και θετικές. Η καθοριστική συμβολή των γυναικών στη διεξαγωγή του πολέμου μέσω της εργασίας τους στα εργοστάσια, στα αγροκτήματα και στον τομέα των υπηρεσιών βελτίωσε την θέση και το κύρος τους. Στην Βρετανία οι γυναίκες απέκτησαν το δικαίωμα ψήφου.
Σύνοψη
Ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος αναδιαμόρφωσε τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές σχέσεις των Ευρωπαίων τόσο μεταξύ τους όσο και με τον υπόλοιπο κόσμο.
Αποτέλεσε ένα «αποτεφρωτήριο ψυχών» τόσο για τα εκατομμύρια των νεκρών, των ακρωτηριασμένων, των τραυματισμένων σωματικά και ψυχικά, αλλά και για τους συγγενείς τους.
Οι πολιτικές συνέπειες υπήρξαν σημαντικές δεδομένου ότι κατέρρευσαν τέσσερις μεγάλες αυτοκρατορίες (γερμανική, ρώσικη, αυστριακή, οθωμανική) και δημιουργήθηκαν νέα κράτη ή μεταβλήθηκαν τα σύνορα υπαρχόντων κρατών περικλείοντας όμως και πολυάριθμες μειονότητες εντός τους.
Τα πολλά προβλήματα των χώρών της Ευρώπης μετά τον πόλεμο οδήγησαν σε κοινωνικές επαναστάσεις με σημαντικότερη την Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία το 1917 που επηρέασε όλη την υφήλιο στον 20 αιώνα.
Αν και ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος αποτέλεσε μία νίκη του φιλελευθερισμού ενάντια στην απολυταρχία, στην πραγματικότητα οι δυσάρεστες οικονομικές και πολιτικές συνέπειες του οδήγησαν πολλές χώρες στην υιοθέτηση ολοκληρωτικών μορφών πολιτεύματος, φασιστικών και κομμουνιστικών, τα οποία λειτούργησαν ανταγωνιστικά τόσο μεταξύ τους όσο και με τα φιλελύθερα (προσαρμοσμένα πλέον σε μία κεντρικά ελεγχόμενη από το κράτος διακυβέρνηση).
Σε οικονομικό επίπεδο η Ευρώπη πληγώθηκε σημαντικά, απώλεσε την ηγετική θέση της στον κόσμο την οποία κατέλαβαν οι ΗΠΑ και εγκλωβίστηκε σε τεράστια χρέη, οικονομικά προβλήματα, υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων της.
Σε κοινωνικό επίπεδο μετά τον πόλεμο κυριάρχησε το εθνικιστικό μίσος, ενισχυμένο δε σε μερικές περιπτώσεις από την πρακτική της ανταλλαγής των πληθυσμών (βλέπε Βαλκάνια), το οποίο δεν άφηνε καμία δυνατότητα ειρηνικής συνύπαρξης μέσω των συνθηκών ειρήνης και των διεθνών οργανισμών όπως η Κοινωνία των Εθνών, και οδηγούσε μαθηματικά προς τον ολοκληρωτικό Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στα θετικά του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου συγκαταλέγεται μόνο η βελτίωση της θέσης της γυναίκας σαν επακόλουθο της προσφοράς της στα μετόπισθεν.
Βιβλιογραφία
-ΡΑΠΤΗΣ, Κ. (1999), Γενική Ιστορία της Ευρώπης, 2 τόμοι, Πάτρα: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.
-BERSTEIN, Serge. και MILZA, Pierre. (1997), Ιστορία της Ευρώπης, 3 τόμοι, Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
-Mikhail Narinski, Alexandre Tchoubarian, «Η Ευρώπη του Εικοστού Αιώνα», στο Ελένη Αρβελέρ – Maurice Aymard, Οι Ευρωπαίοι, Β’ τόμος: Νεότερη και Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα: Σαββάλας 2003, σελ. 355-358.
-Robert Frank, «Εμφύλιοι Ευρωπαϊκοί Πόλεμοι», στο Ελένη Αρβελέρ – Maurice Aymard, Οι Ευρωπαίοι, Β’ τόμος: Νεότερη και Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα: Σαββάλας 2003, σελ. 359-422.
-Erich M. Remarque, «Ουδέν νεώτερο από το δυτικό μέτωπο», Σ.Ι Ζαχαρόπουλος 1988.

[1] Βλ. Ε. Αρβελέρ & M. Aymard, 2000, τομ. 2, σ. 366
[2] Βλ. Ε. Αρβελέρ & M. Aymard, 2000, τομ. 2, σ. 356
[3] Βλ. Berstein και Milza, 1997, τομ. 3, σ. 24.

Σχόλια

Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Συγχαρητηρια για αυτη την ιστοσελιδα!Πιστευω πως ειναι η καταλληλοτερη για να βοηθησει τους μεγαλους αλλα κυριως τους νεους να κατανοησουν την αξια,την προσπαθεια και την πιστη της πατριδος μας.Μπραβο σας...


Pengirl
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
para polu kalh selida...!!!

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τι είναι Προσήνεια

Τα άτομα που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία χαρακτηρίζονται κυρίως από την αγάπη και το ενδιαφέρον που δείχνουν στον συνάνθρωπο τους. Δείχνουν μεγάλη ευαισθησία απέναντι στον ανθρώπινο πόνο και πάντοτε δείχνουν μεγάλη θέληση για συνεργασία με τους γύρω τους. Εμπιστεύονται εύκολα τους άλλους ενώ πολύ σπάνια κάνουν κακή κριτική για άτομα που γνωρίζουν. Είναι άτομα που προσπαθούν και αποφεύγουν τις συγκρούσεις ενώ όταν έχουν διαφορές με άλλους προσπαθούν να βρουν μια συμβιβαστική λύση. Συνήθως Δεν τους αρέσει να μιλούν πολύ για τον εαυτό τους καθώς πιστεύουν ότι οι ίδιες τους οι πράξεις είναι αυτές που αναδεικνύουν την προσωπικότητα τους.

Φεουδαρχία, μια μεσαιωνική νοοτροπία

Εισαγωγή Ο J. Le Goff στο κείμενο του για την «Ιστορία των νοοτροπιών» αναρωτιέται: «Η φεουδαρχία, πάλι, τι είναι; Ένα σύνολο θεσμών, ένας τρόπος παραγωγής, ένα κοινωνικό σύστημα, ένας τύπος στρατιωτικής οργάνωσης; [1] » Ο Κ. Ράπτης αναφέρει ότι «ο όρος φεουδαλισμός χρησιμοποιήθηκε μεταγενέστερα και όχι από τους Ευρωπαίους του Μεσαίωνα για να δηλώσει ένα σύστημα σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων σε προσωπική βάση [2] ». Ο δε D. Nicholas [3] εκφράζει την άποψη ότι η φεουδαρχία δεν μπορεί να οριστεί ως «σύστημα». Αντίθετα προτιμά χρησιμοποιήσει τον όρο «φεουδαρχικές σχέσεις» ή «φεουδαρχικός δεσμός» ως πλαίσιο ρύθμισης των ανθρωπίνων σχέσεων όπου βασικό χαρακτηριστικό αποτελεί η υποτέλεια, «ο προσωπικός δεσμός ενός υποτελούς με έναν άρχοντα [4] ». Νοοτροπία τι είναι; Σύμφωνα με την λεξικογραφική ανάλυση στο κείμενο του J. Le Goff η νοοτροπία «δηλώνει το συλλογικό χρωματισμό του ψυχισμού, τον ιδιαίτερο τρόπο που νιώθει και σκέφτεται ένας λαός, μία ορισμένη ομάδα ανθρώπων [5] ». Σκοπός αυτή

Η σύγχρονη εποχή σύμφωνα με τους Bauman και Giddens

1. Εισαγωγή. Η νεωτερικότητα και η ύστερη νεωτερικότητα (ή κατά άλλους μετανεωτερικότητα ) αποτελούν δύο όρους στην κοινωνιολογική επιστήμη για τους οποίους καταναλώθηκε σημαντική πνευματική εργασία για τον προσδιορισμός τους. Αν θέλαμε να προσδιορίσουμε χρονικά τις δύο περιόδους θα τοποθετούσαμε την νεωτερικότητα από τον 15ο αιώνα έως και το 1945 με δομικά στοιχεία τον Διαφωτισμός, της πολιτικές επαναστάσεις, την βιομηχανική επανάσταση, την επιστημονική επανάσταση και το καπιταλιστικό σύστημα. Η ύστερη νεωτερικότητα αρχίζει από το 1945 και μετά με κύρια στοιχεία την κοινωνία της αφθονίας, την παγκοσμιοποίηση, την ανάπτυξη των μέσων μαζικής επικοινωνίας, την αλλαγή των χωρικών και χρονικών συντεταγμένων, τις συναλλαγές, την κινητικότητα του κεφαλαίου. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εργασίας θα αναφερθούμε στον τρόπο με τον οποίο ερμήνευσαν οι κοινωνιολόγοι Zygmunt Bauman (κεφάλαιο 2) και Anthony Giddens τις δύο αυτές περιόδους (κεφάλαιο 3). 2. Οι θέσεις του Bauman για την νεωτε