Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο "καπιταλιστής" Weber ως ηθικός προτεστάντης

Ειλικρινά πιστεύω ότι η άθλια οικονομική κατάσταση της χώρας μας οφείλεται σε δύο παράγοντες: στο τρισάθλιο και ελεεινό εκπαιδευτικό σύστημα που έχουμε εδώ και 200 χρόνια και στην ανηθικότητα που μας κατατρέχει αποτέλεσμα μίας αδόμητης πολιτείας που ποτέ δεν εφάρμοσε τους νόμους που έθεσε για να ρυθμίζει τις κοινωνικές σχέσεις και που δημιούργησε όλα τα κατάλληλα νομικά παραθυράκια για να επιτρέπει την παραβατικότητα του πολίτη μετατρέποντας την σε μία ορθολογική συμπεριφορά.
Το αντίθετο βέβαια συνέβαινε αιώνες στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης όπου η διαφορά είναι ευδιάκριτη σε κάθε πολίτη της πατρίδας μας όταν επισκέπτεται αυτές τις χώρες. Ακολούθως θα επιχειρήσω μία προσέγγιση των βασικών αιτιών που οδήγησαν στην καπιταλιστική ανάπτυξη της Δυτικής Ευρώπης έτσι όπως τις αποτύπωσε ο Weber.
Εισαγωγή

Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα ο καπιταλισμός αποτελεί τον κύριο τρόπο οργάνωσης ζωής τόσο σε κοινωνικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο αρχικά στην δυτικο-ευρωπαική κοινωνία και σταδιακά σε όλο τον κόσμο. Αυτός ο τρόπος οργάνωσης είχε αρχίσει από πολύ νωρίς να απασχολεί τη φιλοσοφική και πολιτική σκέψη με κείμενα που είτε τον υποστήριζαν (βλέπε φιλελεύθερη θεωρία) είτε τον κατέκριναν (βλέπε μαρξιστική προσέγγιση). Συμβάλλοντας στην ανάλυση του καπιταλισμού ο Max Weber (1864-1920), Γερμανός οικονομολόγος και κοινωνικός επιστήμονας δημοσιεύει στα 1904-1905 δύο άρθρα με σκοπό να εντοπίσει τις αιτίες που διαμόρφωσαν τον καπιταλισμό και «να δώσει απάντηση στο βασικό πρόβλημα της πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου[1]».

Ο Weber σε αντίθεση με την υλιστική προσέγγιση του επίσης Γερμανoύ φιλοσόφου και πολιτικού επιστήμοντα Karl Marx (1818-1883), προσπαθεί να απαντήσει στο παραπάνω πρόβλημα θέτοντας τις ιδέες ως σημείο αναφοράς στην καπιταλιστική εξέλιξη. Πιο συγκεκριμένα θεωρεί ότι το αξιακό σύστημα και οι κανόνες συμπεριφοράς ορισμένων προτεσταντικών κοινοτήτων, ευνόησαν την ανάπτυξη του καπιταλισμού, και αυτή την ιδέα επιχειρεί να υποστηρίξει στο κείμενο του.

Το 1920 ο Weber επανακάμπτει στα συγκεκριμένα άρθρα και τα δομεί σε μορφή βιβλίου προσθέτοντας μία εισαγωγή στην οποία «αναδυκνείει αυτό που διαφοροποιεί τον ευρωπαϊκό πολιτισμό από τους λοιπούς πολιτισμούς[2]» προκειμένου να αποδείξει την χωροθέτηση του φαινομένου στην Δυτική Ευρώπη και όχι σε άλλη περιοχή της γης. Επίσης προσθέτει διευκρινιστικές σημειώσεις για διάφορους όρους και έννοιες των άρθρων. Γεννιέται έτσι «Η Προτεσταντική Ηθική και το Πνεύμα του Καπιταλισμού» (ΠΗ), έργο το οποίο θεωρείται από τα σημαντικότερα κοινωνιολογικά κείμενα μέχρι σήμερα.

Ο τρόπος με τον οποίο η ιδεολογία εντάσσεται στο ιστορικο-κοινωνικό πλαίσιο

Ο Weber όπως αναφέρθηκε και στην εισαγωγή συγγράφοντας την ΠΗ επιθυμεί να κατανοήσει με ποιο τρόπο οι «ιδέες» επέδρασαν στην ιστορικό-κοινωνική εξέλιξη[3] και συγκεκριμένα στη μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Για αυτό το σκοπό, στην εισαγωγή της ΠΗ σπεύδει να θέσει ως έναν από τους βασικότερους λόγους διαφοροποίησης της Δυτικής Ευρώπης από τον υπόλοιπο κόσμοην κυριαρχία της ορθής λογικής. Παρουσιάζει λοιπόν συνοπτικά τον τρόπο με τον οποίο ο ορθολογισμός αποτυπώθηκε στις διάφορες εκφάνσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας και πως διαφοροποιήθηκε ιστορικά η δυτική σκέψη σε σχέση με τους άλλους πολιτισμούς. Ο ορθολογισμός είναι εμφανής σε δραστηριότητες όπως οι τέχνες (ζωγραφική, αρχιτεκτονική, γλυπτική, μουσική), η εκπαίδευση, η κρατική οργάνωση μέσω της ειδικευμένης υπαλληλίας.

Κομβικό σημείο για την επικράτηση του ορθολογισμού αποτελεί η ανάπτυξη της επιστήμης. «Έλλογη, συστηματική και εξειδικευμένη επιδίωξη της επιστήμης με ασκημένο και ειδικευμένο προσωπικό υπήρξε μόνο στην Δύση[4]» και το πλαίσιο λειτουργίας αυτής (λογική, πειραματισμός, υπολογισμός, κατηγοριοποίηση) επιδρούν στον τρόπο λειτουργίας της οικονομίας και της κοινωνίας. Το έλλογο στοιχείο εντάσσεται με κυρίαρχο τρόπο στην καθημερινή σκέψη των ανθρώπων, οι πρακτικές των επιστήμων εφαρμόζονται στις κοινωνικές δραστηριότητες, η οικονομία οργανώνεται στη βάση των τεχνικών γνώσεων. Ο τρόπος του «οικονομείν» συστηματοποιείται και το κεφάλαιο γίνεται το δομικό στοιχείο του συστήματος, που από αυτό (capital=κεφάλαιο) λαμβάνει και το όνομα του, καπιταλιστικό σύστημα.

Στο σημείο αυτό και πριν αναζητηθεί η εκλεκτική συγγένεια[5] του κόσμου των ιδεών με το καπιταλιστικό σύστημα, ο Weber σπεύδει να ορίσει τι είναι ο καπιταλισμός. Για να το επιτύχει αυτό δημιουργεί τον ιδεότυπο[6] του καπιταλιστή.

Σύμφωνα με τον ιδεότυπο αυτό ο καπιταλιστής δεν είναι ένας τυχοδιώκτης – κερδοσκόπος που επιδιώκει την αποθησαύριση χρήματος ή τη βουλιμική απόκτηση αγαθών (δομικό στοιχείο της σύγχρονης καταναλωτικής μανίας). Αντίθετα ενώ η προσδοκία απόκτησης χρήματος έχει κεντρική σημασία για τον καπιταλισμό καθώς θέτει το όλο σύστημα σε λειτουργία[7] ωστόσο αυτό επιδιώκεται με ορθολογικό και δομημένο τρόπο στα πλαίσια της οργανωμένης δραστηριότητας που ονομάζεται επιχείρηση. Επίσης συστατικά στοιχεία του ιδεότυπου του καπιταλιστή αποτελούν ο ειρηνικός τρόπος απόκτησης χρήματος, η χρήση του κεφαλαιακού υπολογισμού για την απόκτησης κέρδους, η οργάνωση με ορθολογικό τρόπο της (τυπικά) ελεύθερης εργασίας, η ορθή και αποδοτική χρησιμοποίηση μέσων και αγαθών που προσφέρουν τα τεχνικά – τεχνολογικά επιτεύγματα της επιστήμης.

Ωστόσο για να επιτευχθεί η παραπάνω διάσταση ο Weber τονίζει τη σημασία του «νομικού χωρισμού της επιχειρησιακής από την ατομική ιδιοκτησία[8]», δεδομένου ότι διασφάλισε τη νομική ανεξαρτησία της (επιχείρησης) από το άτομο, τη δυνατότητα ανάπτυξης της με ορθολογικό τρόπο και παράλληλα τη νομιμοποίηση της ελεύθερης εργασίας.

Ο παραπάνω διαχωρισμός της επιχείρησης από τον οίκο και η ανάπτυξη της ελεύθερης εργασίας έγινε σαφής με την ανάπτυξη των πόλεων στις οποίες οριοθετήθηκε σε μεγάλο βαθμό η εμπορική, βιοτεχνική και βιομηχανική δραστηριότητα. Η πόλη έγινε ο φορέας του καπιταλισμού στην οποία αναπτύχθηκαν οι αγορές, οι συντεχνίες και οι εμπορικού χαρακτήρα συσσωματώσεις[9]. Στα πλαίσια της ανάπτυξης της πόλης η ιδέα της κοινοτικής διαβίωσης που επικρατούσε στην φεουδαρχική αγροτική ύπαιθρο παύει να υπάρχει και αντικαθίσταται από την ιδέα της εταιρικής κοινωνίας η οποία συγκροτείται στη βάση της σύμβασης ανάμεσα στα μέλη της[10] και η οποία προχωρά στην διαδικασία της απομάγευσης[11], της απομάκρυνσης από τις παραδοσιακές αξίες (την παραδοσιοκρατία) και στην υιοθέτηση πιο ορθολογικών συμπεριφορών. Η συμπεριφορά των μελών της κοινωνίας που παλαιότερα δεσμευόντουσαν από τις δοξασίες και στηριζόταν σε μία συναισθηματική παραδοσιοκρατία, πλέον αντικαθίστανται από έναν ορθολογικό τρόπο σκέψης που αποτυπώνεται σε ένα νομικό σύστημα[12] το οποίο την ρυθμίζει (την συμπεριφορά) με ένα σύνολο κανόνων.

Το νομικό σύστημα κατά συνέπεια αποτελεί και ρυθμιστικό παράγοντα για την λειτουργία μίας καπιταλιστικής επιχείρησης καθώς διασφαλίζει ένα σταθερό πλέγμα σχέσεων, προστατεύει την κατοχή και την διάθεση των αγαθών, κατοχυρώνει τις εμπορικές συμβάσεις με τρόπο απρόσωπο, αυξάνει το στοιχείο του υπολογισμού και της προβλεψιμότητας.

Παράλληλα το νομικό σύστημα υποστηρίζεται από μία διοικητική γραφειοκρατία βασικό στοιχείο της δομής του κράτους. Η ορθολογικά οργανωμένη γραφειοκρατική δομή ενισχύει ένα νομικό σύστημα που αποσκοπεί στην ομαλή λειτουργία ενός ευνοϊκού για την οικονομική δράση κοινωνικού πλαισίου.

Ο Weber θεωρεί ότι η ανάπτυξη και εξέλιξη της γραφειοκρατίας ακολουθεί παράλληλη πορεία με την ανέλιξη του καπιταλισμού[13]. Η ιδέα μίας συστηματικής και ιεραρχικά δομημένης απρόσωπης διοικητικής οργάνωσης ευνόησε την δυνατότητα ορθής διακυβέρνησης η οποία με την σειρά της εξασφάλισε ένα πλαίσιο ομαλής ανάπτυξης της καπιταλιστικής δραστηριότητας.

Η γραφειοκρατία αποτελεί μία έννοια που ενδιέφερε εξαιρετικά τον Weber ο οποίος και δημιούργησε έναν ιδεότυπο προκειμένου να την μελετήσει. Συστατικά στοιχεία της γραφειοκρατικής οργάνωσης όπως η ιεραρχία των θέσεων εργασίας, ο εξιδικευμένος καταμερισμός εργασίας, τα απρόσωπα γραφειοκρατικά καθήκοντα, ο διαχωρισμός εργασίας και οικίας, η αντίληψη του καθήκοντος, έδειξαν ότι η γραφειοκρατία αποτελεί την επιτομή της ορθολογικής οργάνωσης.

Εκτός από την οργανωμένη γραφειοκρατία, το νομικό σύστημα και τη διαμόρφωση των κρατικών δομών, ο Weber αναγνωρίζει έναν επιπλέον σημαντικό παράγοντα που επέδρασε στην καπιταλιστική ανάπτυξη, και σε αυτόν αναπτύσσει την επιχειρηματολογία του σε μεγάλο βαθμό στην ΠΗ, τον προτεσταντισμό.

Ο Weber αποτυπώνει την εκλεκτική συγγένεια που αναπτύχθηκε ανάμεσα στην διδασκαλία ορισμένων μορφών της προτεσταντικής εκκλησίας και στα συμφέροντα τα οποία εκφράζει η πρακτική ηθική και νοοτροπία του καπιταλισμού[14], δημιουργώντας τον ιδεότυπο του προτεστάντη.

Με αυτό το ιδεατό πρότυπο ο Weber ενδιαφέρεται να μελετήσει το «βαθμό στον οποίο οι θρησκευτικές επιδράσεις συντέλεσαν στην ποιοτική διαμόρφωση και στην ποσοτική εξάπλωση του πνεύματος’ αυτού πάνω στον κόσμο[15]». Θέλει να συσχετίσει την ιδεολογία της προτεσταντικής μεταρρύθμισης των αρχών του 16ου αιώνα με την ιστορική εξέλιξη του καπιταλισμού από τα μέσα του 18ου αιώνα και μετά.

Σκοπός του Weber είναι να δείξει κατά πόσο οι θρησκευτικές ιδέες που πρέσβευε ο προτεσταντισμός επηρέασαν την οικονομική δραστηριότητα των πολιτών. Αν και δε θεωρεί ότι η προτεσταντική πίστη προηγείται της καπιταλιστικής δραστηριότητας, θεωρεί ότι η προτεσταντική ηθική και ιδιαίτερα αυτή που αναπτύχθηκε από την διδασκαλία του Γάλλου John Calvin (1509-1564) ωθούσε σε μια αποδοχή της σώρευσης κεφαλαίου ως δείγμα ευζωίας στη γη με αντίκρισμα ευνοϊκό στην μεταθανάτια αντίληψη.

Σε αντίθεση με την καθολική εκκλησία που ήταν πιο ανεκτική στην ιδιωτική ζωή των πιστών της, οι προτεστάντες και κατά κύριο λόγο οι καλβινιστές ήταν πολύ αυστηροί και ρύθμιζαν με αυστηρό τρόπο και εξαιρετικά επαχθή τρόπο τη συμπεριφορά των πιστών τόσο στην ιδιωτική όσο και στην δημόσια σφαίρα[16].

Ωστόσο εκεί που η καθολική εκκλησία ήταν πολύ αυστηρή ήταν στην απόκτηση χρημάτων ως αυτοσκοπό και τον δανεισμό χρημάτων με τόκο, τον οποίο θεωρούσε τοκογλυφία, γεγονός που επιδρούσε αρνητικά στις εμπορικές συναλλαγές. Για την προτεσταντική εκκλησία, η καλβινική διδασκαλία του προκαθορισμού και του ενδοκόσμιου ασκητισμού ωθούσε τους προτεστάντες στην αναζήτηση της οικονομικής επιτυχίας μέσω της εργασίας ως επίγειες ενδείξεις της θεϊκής εύνοιας και της μελλοντικής σωτηρίας. Ταυτόχρονα, η πουριτανική[17] αυστηρότητα απαγόρευε στον επιχειρηματία να απολαμβάνει τα κέρδη του ξοδεύοντας τα σε πολυτελείς καταναλώσεις ή κερδοσκοπικές συσσωρεύσεις. Ωστόσο τα κέρδη από την εργασία ή την επιχειρηματική δραστηριότητα από την στιγμή που δεν καταναλώνονται ή δεν σωρεύονται ως χρήμα έπρεπε να επενδυθούν, όπως και γινόταν. Η ανάπτυξη του καπιταλισμού αποτέλεσε το μη αναμενόμενο αποτέλεσμα της προτεσταντικής ηθικής

Η εργασία κατά συνέπεια ως μορφή κοινωνικής δράσης στην προτεσταντική ηθική απομακρύνθηκε από την έννοια της συνειδητής δραστηριότητας με βάση το συναίσθημα, περνάει μέσα από την καλβινική διδασκαλία ως μία ορθολογική πράξη ως προς την αξία για να καταλήξει με τρόπο παράδοξο ως ένας αυτοσκοπός, δηλ. μία ορθολογική και συνειδητή πράξη ως προς τον σκοπό.

Για τους προτεστάντες η άσκηση του επαγγέλματος τους είναι ένα ηθικό χρέος και καθήκον σύμφωνα με την επιταγή της Βίβλου και η εργασία είναι το μέσο για την εκπλήρωση αυτού του χρέους. Διαφέρει από την παραδοσιοκρατία δηλαδή την αντίληψη ότι εργαζόμαστε προκειμένου να είμαστε σε θέση να καλύψουμε τις παραδοσιακές ανάγκες (ανάγκες επιβίωσης) που είναι πιθανόν να έχουμε, τις ανάγκες που προσδιορίζονται από την παράδοση τις κληρονομημένες από το παρελθόν ισχύουσες πρακτικές και συνήθειες.

Στην παραδοσιοκρατία ακόμα και αν αποκτούσε χρήματα ο επιχειρηματίας ένιωθε την ηθική ανάγκη να τα καταθέσει σε θρησκευτικά ιδρύματα εν ήδη φιλανθρωπίας, σε αντίθεση με τον προτεστάντη που θεωρεί ότι εκπληρώνει την θρησκευτική πράξη πράττοντας ηθική συμπεριφορά μέσω της επιδίωξης κέρδους και της δέσμευσης στο επάγγελμα. Ωστόσο από τη φανατική επιδίωξη του υλικού οφέλους αναδεικνύεται ένα στοιχείο ηθικού χρέους. Οπότε η σώρευση χρήματος και κεφαλαίου και η ακατάπαυστη εργασία θεωρούνται αρετές. Το πνεύμα του καπιταλισμού όπως το διατυπώνει ο Weber για να περιγράψει την στάση εκείνη «που επιδιώκει κατ’ επάγγελμα συστηματικά και έλλογα νόμιμο κέρδος[18]» διαφέρει από τον κερδοσκοπικό καπιταλισμό, ο οποίος στερείται του ηθικού στοιχείου.

Συμπεράσματα

Συγγράφωντας την ΠΗ ο Weber επεδίωξε να συμβάλει στην κατανοήση της διαδικασίας κατά την οποία ο κόσμος των ιδεών επέδρασε στη διαμόρφωση της ιστορικο-κοινωνικής εξέλιξης και του καπιταλιστικού φαινομένου.

Σε αντίθεση με τη μονοπαραγοντική ερμηνεία του καπιταλιστικού φαινομένου που δίνει μέσα από την συγγραφική του δραστηριότητα ο Marx, προσεγγίζοντας τον ως μία υλιστική και μόνο διαδικασία, o Weber προσεγγίζει πολυπαραγοντικά το θέμα την συσσώρευσης και επανεπένδυσης του πλούτου, δομώντας την επιχειρηματολογία του γύρω από την εφαρμογή της προτεσταντικής ηθικής στην κοινωνία και την οικονομία.

Οι παράγοντες αυτοί «διαπλέκονται, διαντιδρούν και επενεργούν με τρόπο ιδιαζόντως σύνθετο αλλά και μοναδικό[19]». Τον Weber τον ενδιαφέρει αυτή η εκλεκτική συγγένεια παραγόντων των οποίων η συχνότητα επέδρασε στην ανάπτυξη του καπιταλισμού και ο κυριότερος από τους παράγοντες αυτούς είναι ο βαθμός κατά τον οποίο η προτεσταντική διδασκαλία ώθησε στο φαινόμενο του καπιταλισμού. Διαμορφώνοντας τους ιδεότυπους του καπιταλιστή και του προτεστάντη και χρησιμοποιώντας προσεγγιστικά στατιστικά στοιχεία, ο Weber αποδυκνύει ότι οι περιοχές όπου το προτεσταντικό στοιχείο ήταν ισχυρό αναπτύχθησαν οικονομικά.

Αυτό συνέβη διότι οι προτεστάντες προτιμούσαν να συσσωρεύουν αντί να ξοδεύουν διαμορφώνοντας «ένα καπιταλιστικό ήθος μέσα από την καταδίκη των αποφάσεων και την εξύμνηση της εργατικότητας ως προαπαιτούμενου για την εγκόσμια επιτυχία, που ήταν το μόνο επίγειο δείγμα για το ποιοι ήταν οι εκλεκτοί του Θεού[20]».

Βιβλιογραφία


· Weber Max, Η Προτεσταντική Ηθική και το Πνεύμα του Καπιταλισμού, μτφρ. Κυπραίος Μ.Γ., Εκδόσεις GUTENBERG, Αθήνα 2006.

· Κονιόρδος Σ, Η θέση του Βέμπερ για την Προτεσταντική Ηθική της Εργασίας, Πάτρα 2002.

Υποσημειώσεις

[1] Μολυβάς Γ., «Εισαγωγή», στο Κονιόρδος Σ., Η θέση του Βέμπερ για την Προτεσταντική Ηθική της Εργασίας, Πάτρα 2002, σελ. 11

[2] Κονιόρδος Σ., Η θέση του Βέμπερ για την Προτεσταντική Ηθική της Εργασίας, Πάτρα 2002, σελ. 13.

[3] Weber M., Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού, μτφρ. Κυπραίος Μ.Γ., Εκδόσεις GUTENBERG, Αθήνα 2006, σελ. 79

[4] Weber, σελ. 13

[5] Εκλεκτική συγγένεια: αποτελεί ως έννοια ένα από τα διανοητικά εργαλεία που όρισε ο Weber προκειμένου να πράξει την ανάλυση του. Αφορά την σχέση μεταξύ δύο φαινόμενων τα οποία πιθανόν αλλά όχι απαραίτητα μεταβάλλονται ταυτόχρονα. Υποδηλώνει μία σύγκλιση, έναν συντονισμό ανάμεσα σε δύο κοινωνικά φαινόμενα. (Κονιόρδος, σελ. 35)

[6] Ιδεότυπος: αποτελεί ένα ευρετικό εργαλείο με σκοπό να διευκολύνει την οικοδόμηση υποθέσεων μέσω της σύγκρισης την οποία προκαλεί. Είναι μία διανοητική κατασκευή όπου ένα φαινόμενο μελετάται και αποδομείται στα συστατικά του στοιχεία. Στην συνέχεια αυτά καθαρίζονται ώστε να αναδειχθεί η ουσία τους και στο τέλος συντίθενται δομώντας μία μη ρεαλιστική και εξιδανικευμένη μορφή του φαινομένου. Με την κατασκευή του, ο ιδεότυπος αποτελεί ένα είδος μέτρου προκειμένου να συγκριθούν στο κατά πόσο απέχουν από αυτό οι συναφείς εμπειρικές περιπτώσεις. (Κονιόρδος, σελ. 33)

[7] Κονιόρδος, σελ. 24

[8] Weber, σελ. 19

[9] Κονιόρδος, σελ. 27

[10] Κονιόρδος, σελ. 28

[11] Απομάγευση είναι η σταδιακή, αλλά ανεπιστρεπτί, υποχώρηση των κατακερματισμένων μαγικοθρησκευτικών στοιχείων, τα οποία, καθώς κυριαρχούσαν στην σκέψη, ρύθμιζαν την κοινωνική διαβίωση με βάση τις επιταγές και τις πρακτικές του παρελθόντος (Κονιόρδος, σελ. 28)

[12] Το νομικό σύστημα κατοχυρώνει μία απρόσωπη πρακτική με σκοπό να θεμελιώσει την συστηματοποίηση και την κωδικοποίηση, οι οποίες πραγματοποιούνται κατά τρόπο έλλογο, γραπτό και ρητό. (Κονιόρδος., σελ. 30)

[13] Κονιόρδος, σελ. 34

[14] Κονιόρδος, σελ. 36

[15] Weber M., ο.π., σελ. 80

[16] Weber, σελ. 32

[17] Πουριτανισμός είναι η κοσμική έκφανση του καλβινισμού

[18] Weber, σελ. 56

[19] Κονιόρδος, σελ. 64

[20] Μολυβάς Γ., «Εισαγωγή», στο Κονιόρδος Σ., Η θέση του Βέμπερ για την Προτεσταντική Ηθική της Εργασίας, Πάτρα 2002, σελ. 11.

Σχόλια

Ο χρήστης Μαγδα είπε…
Χρηστο, χρονια πολλα. Θεσσαλονικη. Ομιχλη. Διαβαζω ενιοτε τα κειμενα σου.
Ωραιοτητα φιλοσοφιας και τεχνολογιας.
Υψηλος λογος, υψηλη σκεψη. Θα το γνωριζεις οτι κυκλοφορησε το λεξικο Φιλοσοφιας. Ειναι θεωρητικα πολυ καλο.
Ευχομαι να κουβαλας τα θαυματα που αναζητας. Δημιουργια, Συνδεση, Αποδοχη,Απειρο.
Μαγδα.
Ο χρήστης Crisis and Critique είπε…
Η Ευρωπαϊκή κρίση, ο πολυ-πολικός κόσμος, η αβέβαιη ηγεμονία
(επικαιρότητα του Μάξ Βέμπερ στον καιρό της κρίσης, συγκλίσεις και αποκλίσεις με τον Κάρολο Μάρξ)
http://aftercrisisblog.blogspot.com/2013/04/blog-post_23.html

Το "σιδερένιο κλουβί" του καπιταλισμού (Μάξ Βέμπερ) και ο Τελευταίος άνθρωπος
http://www.rnbnet.gr/details.php?id=5372

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τι είναι Προσήνεια

Τα άτομα που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία χαρακτηρίζονται κυρίως από την αγάπη και το ενδιαφέρον που δείχνουν στον συνάνθρωπο τους. Δείχνουν μεγάλη ευαισθησία απέναντι στον ανθρώπινο πόνο και πάντοτε δείχνουν μεγάλη θέληση για συνεργασία με τους γύρω τους. Εμπιστεύονται εύκολα τους άλλους ενώ πολύ σπάνια κάνουν κακή κριτική για άτομα που γνωρίζουν. Είναι άτομα που προσπαθούν και αποφεύγουν τις συγκρούσεις ενώ όταν έχουν διαφορές με άλλους προσπαθούν να βρουν μια συμβιβαστική λύση. Συνήθως Δεν τους αρέσει να μιλούν πολύ για τον εαυτό τους καθώς πιστεύουν ότι οι ίδιες τους οι πράξεις είναι αυτές που αναδεικνύουν την προσωπικότητα τους.

Φεουδαρχία, μια μεσαιωνική νοοτροπία

Εισαγωγή Ο J. Le Goff στο κείμενο του για την «Ιστορία των νοοτροπιών» αναρωτιέται: «Η φεουδαρχία, πάλι, τι είναι; Ένα σύνολο θεσμών, ένας τρόπος παραγωγής, ένα κοινωνικό σύστημα, ένας τύπος στρατιωτικής οργάνωσης; [1] » Ο Κ. Ράπτης αναφέρει ότι «ο όρος φεουδαλισμός χρησιμοποιήθηκε μεταγενέστερα και όχι από τους Ευρωπαίους του Μεσαίωνα για να δηλώσει ένα σύστημα σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων σε προσωπική βάση [2] ». Ο δε D. Nicholas [3] εκφράζει την άποψη ότι η φεουδαρχία δεν μπορεί να οριστεί ως «σύστημα». Αντίθετα προτιμά χρησιμοποιήσει τον όρο «φεουδαρχικές σχέσεις» ή «φεουδαρχικός δεσμός» ως πλαίσιο ρύθμισης των ανθρωπίνων σχέσεων όπου βασικό χαρακτηριστικό αποτελεί η υποτέλεια, «ο προσωπικός δεσμός ενός υποτελούς με έναν άρχοντα [4] ». Νοοτροπία τι είναι; Σύμφωνα με την λεξικογραφική ανάλυση στο κείμενο του J. Le Goff η νοοτροπία «δηλώνει το συλλογικό χρωματισμό του ψυχισμού, τον ιδιαίτερο τρόπο που νιώθει και σκέφτεται ένας λαός, μία ορισμένη ομάδα ανθρώπων [5] ». Σκοπός αυτή

Η σύγχρονη εποχή σύμφωνα με τους Bauman και Giddens

1. Εισαγωγή. Η νεωτερικότητα και η ύστερη νεωτερικότητα (ή κατά άλλους μετανεωτερικότητα ) αποτελούν δύο όρους στην κοινωνιολογική επιστήμη για τους οποίους καταναλώθηκε σημαντική πνευματική εργασία για τον προσδιορισμός τους. Αν θέλαμε να προσδιορίσουμε χρονικά τις δύο περιόδους θα τοποθετούσαμε την νεωτερικότητα από τον 15ο αιώνα έως και το 1945 με δομικά στοιχεία τον Διαφωτισμός, της πολιτικές επαναστάσεις, την βιομηχανική επανάσταση, την επιστημονική επανάσταση και το καπιταλιστικό σύστημα. Η ύστερη νεωτερικότητα αρχίζει από το 1945 και μετά με κύρια στοιχεία την κοινωνία της αφθονίας, την παγκοσμιοποίηση, την ανάπτυξη των μέσων μαζικής επικοινωνίας, την αλλαγή των χωρικών και χρονικών συντεταγμένων, τις συναλλαγές, την κινητικότητα του κεφαλαίου. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εργασίας θα αναφερθούμε στον τρόπο με τον οποίο ερμήνευσαν οι κοινωνιολόγοι Zygmunt Bauman (κεφάλαιο 2) και Anthony Giddens τις δύο αυτές περιόδους (κεφάλαιο 3). 2. Οι θέσεις του Bauman για την νεωτε