Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Χρειαζόμαστε τις Ιδεολογίες σήμερα;


Εισαγωγή
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, του υπερ-καταναλωτισμού, της οικονομίας των αγορών, των κοινωνικών δικτύων η ιδεολογία ως σύνολο ιδεών και πεποιθήσεων δείχνει να είναι ισχνή, αδύναμη, πεπαλαιωμένη. Είναι όμως; Στο ερώτημα αυτό θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε, δεδομένου του γεγονότος ότι «η πολιτική ιδεολογία υπήρξε βασικό συστατικό της παγκόσμιας ιστορίας για περισσότερα από 200 χρόνια » και θα διερευνήσουμε αν συνεχίζει να περιλαμβάνει χαρακτηριστικά τα οποία πάντα θα είναι απαραίτητα στην πολιτική δραστηριότητα των ανθρώπων.
Η διάρθρωση του κειμένου είναι η ακόλουθη. Στο δεύτερο κεφάλαιο θα προσπαθήσουμε να ορίσουμε την έννοια ιδεολογία, το ιστορικό πλαίσιο ανάπτυξης της και οριοθετήσουμε κάποια χαρακτηριστικά της. Στο τρίτο κεφάλαιο θα αναπτυχθεί η επιχειρηματολογία για την χρησιμότητα της ιδεολογίας. Στο τέταρτο κεφάλαιο θα προταθούν τα στοιχεία της έννοιας της ιδεολογίας που την κάνουν απαραίτητη την σύγχρονη εποχή.

Η έννοια Ιδεολογία
Ο όρος ιστορικά χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Γαλλία κατά την διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, αλλά η σύγχρονη έννοια του καθορίστηκε από τους Γερμανούς φιλοσόφους Karl Marx (1818-1883) και Friedrich Engels (1820-1894) στο έργο τους Γερμανική Ιδεολογία και «πέρασε σε γενικότερη χρήση όσο απλωνόταν η επιρροή των ιδεών τους. Οι Marx και Engels χρησιμοποίησαν τη λέξη για να βοηθηθούν στην έκφραση ορισμένων ιδεών τους, τις καλύτερες από τις οποίες τις έλαβαν από τον Georg Wilhelm Friedrich Hegel (1770-1831), που κατάφερε να τις εκφράσει χωρίς να χρησιμοποιήσει τη λέξη ιδεολογία .»  
Η ιδεολογία είναι μία αφηρημένη έννοια και στην μέχρι τώρα σχετική βιβλιογραφία ερμηνεύεται με πολλούς τρόπους χωρίς να υπάρχει κάποιος κοινά αποδεκτός όρος αλλά μία συνάθροιση ορισμάτων και εννοιών συχνά ανταγωνιστικών. 
Για τον Μαρξ η ιδεολογία σκοπό έχει να παραπλανήσει, να εξαπατήσει και αποτελεί «μία ψευδή συνείδηση καθορισμένη από κοινωνικές συνθήκες ή από την κοινωνική ύπαρξη ». Για τους Μαρξιστές συνεχιστές του «οι ιδέες έχουν μία υλική βάση, αλλά δεν έχουν κανένα νόημα και καμία σημασία από μόνες τους αντιμετωπίζοντας τις πολιτικές ιδέες ως απλές εκφράσεις των συμφερόντων συγκεκριμένων τάξεων ».
Αν θέλαμε να ορίσουμε με λακωνικό τρόπο την ιδεολογία θα κάναμε χρήση του ορισμού του Plamenatz ο οποίος αναφέρει ότι «όταν μιλάμε για ιδεολογία, έχουμε στον νου μας ένα σύνολο ιδεών, δοξασιών ή στάσεων που χαρακτηρίζουν μία ομάδα .» Ο Karl Mannheim (1893-1947) «περιέγραψε τις ιδεολογίες ως συστήματα σκέψης που προσπαθούν να υπερασπίσουν μία συγκεκριμένη κοινωνική κατάσταση και που σε πολύ μεγάλο βαθμό εκφράζουν τα συμφέροντα της ομάδας που βρίσκεται στην εξουσία ». 
Οι φιλελεύθεροι πολιτικοί φιλόσοφοι Karl Popper (1902-1994) και Hannah Arendt (1906-1975) κανούν χρήση του όρου με τρόπο περιοριστικό και θεωρούν ότι οι «ιδεολογίες αποτελούν κλειστά συστήματα σκέψης, τα οποία διεκδικούν το μονοπώλειο της αλήθειας, αρνούμενα να ανεχτούν την ύπαρξη αντίπαλων ιδεών και ανταγωνιστικών πεποιθήσεων ».
Σε κάθε περίπτωση θα μπορούσαμε να πούμε ότι «η ιδεολογία είναι ένα σχετικά περιεκτικό σύνολο ιδεών με συνοχή το οποίο ερμηνεύει και αξιολογεί τις κοινωνικές συνθήκες, βοηθάει τους ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν την θέση τους στην κοινωνία και προσφέρει ένα πρόγραμμα κοινωνικής και πολιτικής δράσης. » Αλλά πέρα από τον προγραμματικό χαρακτήρα της η ιδεολογία έχει και έναν σημαντικό κοινωνικό ρόλο. «Οι πολιτικές ιδεολογίες μπορούν να λειτουργήσουν ως ένα είδος κοινωνικής συγκολλητικής ουσίας, παρέχοντας στις κοινωνικές ομάδες ένα σύνολο ενοποιητικών αξιών και πεποιθήσεων βοηθώντας στη δημιουργία αλληλεγγύης και ενός αισθήματος του ανήκειν ». 
Άρα ως σύνολο πεποιθήσεων και ιδεών, αφηρημένο εν γένει αλλά κάπως συστηματοποιημένο, «αποτελούν σημαντικότατη πηγή για τη διαμόρφωση, τον προσδιορισμό και την εκτίμηση της πολιτικής πραγματικότητας, καθώς και για την διαμόρφωση των πολιτικών ταυτοτήτων ». Πάνω στο προαναφερθέν σύνολο δύναται να θεμελιωθεί μία οργανωμένη πολιτική δράση με σκοπό να περιγράψει μία πραγματικότητα, να προβάλει ένα όραμα για το μέλλον, να προδιαγράψει πως αυτό το όραμα θα το κάνει πράξη με σκοπό να κατακτήσει την εξουσία. Κατακτώντας την εξουσία δύναται να χρησιμοποιήσει την ιδεολογία προκειμένου να νομιμοποιήσει το πολιτικό σύστημα και να εφαρμόσει κάποια πολιτική. 
Αναφορικά με την σχέση πολιτικής ιδεολογίας και πολιτικής πρακτικής ο Heywood παρατηρεί ότι «οι πολιτικές ιδέες σχηματοποιούνται μέσα στις κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες στις οποίες αναπτύσσονται, συγχρόνως δε επηρεάζονται από τις πολιτικές φιλοδοξίες τις οποίες υπηρετούν με αποτέλεσμα η πολιτική θεωρία και η πολιτική πρακτική είναι αδιαχώριστα συνδεδεμένες. Οι πολιτικές ιδέες και ιδεολογίες θέτουν στόχους που εμπνέουν την πολιτική δράση ». Ωστόσο εάν οι συνθήκες είναι τέτοιες, βλέπε οικονομική κρίση, δύναται η πολιτική πρακτική να συμφωνεί ελάχιστα με την ιδεολογική πρόταση. Και σε αυτό το σημείο τίθεται το ερώτημα της ανάγκης των ιδεολογιών.

Η χρησιμότητα των ιδεολογιών
Το θέμα για το αν χρειάζονται οι ιδεολογίες το είχε ανοίξει από την δεκαετία του 1960 ο Αμερικάνος κοινωνιολόγος Daniel Bell (1919-2011) στο έργο του «Το τέλος της ιδεολογίας» με βασικό επιχείρημα το γεγονός ότι τα πολιτικά κόμματα στην Δύση δεν ενδιαφέρονταν για την πολιτική εφαρμογή των ιδεολογικών θέσεων τους αλλά για το «ποιο από αυτά θα ήταν περισσότερο άξιο εμπιστοσύνης να φέρει την οικονομική ανάπτυξη και την υλική ευημερία. » Ωστόσο σύμφωνα με τον Heywood ο Bell στο έργο του δεν αναφέρεται στην μη αναγκαιότητα ύπαρξης των ιδεολογιών αλλά «στην εμφάνιση μίας ευρείας ιδεολογικής συναίνεσης μεταξύ των μεγάλων κομμάτων, και επομένως αναστολής της ιδεολογικής διαμάχης .»
Αυτός που το έθεσε ξανά με εμφατικό τρόπο στο προσκήνιο ήταν ο Αμερικάνος ιστορικός Francis Fukuyama (1952-) στο έργο του «Το τέλος της Ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος (1989)». Στο συγκεκριμένο έργο ο Fukuyama αναφέρει ότι ενώ οι πολιτικές ιδεολογίες είναι ζωντανές, επί της ουσίας έχουν πάψει να μάχονται η μία την άλλη δεδομένου ότι η φιλελεύθερη ιδεολογία έχει επικρατήσει οριστικά και δεν δύνανται να ανατραπεί. Αυτό δε είναι ιδιαιτέρως διακριτό στην σύγχρονη Δυτική Ευρώπη μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα, όπου η πολιτική ζωή βρισκόταν «σε μία φάση ύφεσης της σύγκρουσης των ιδεολογιών και κυρίως συρρίκνωσης του ρόλου τους στη διαμόρφωση των στάσεων και των συμπεριφορών των υποκειμένων με αποτέλεσμα η δυτικό-ευρωπαϊκή κοινωνία να δείχνει σήμερα περισσότερο από-ιδεολογικοποιημένη. » Σύμφωνα με τον Heywood την συγκεκριμένη περίοδο «η πολιτική ιδεολογία δεν έχει θέση σε έναν μεταμοντέρνο, παγκοσμιοποιημένο κόσμο, που χαρακτηρίζεται από τον κοινωνικό κατακερματισμό και κυριαρχείται από την προσωπική κατανάλωση. Οι μεγάλες ιδεολογικές παραδόσεις έχουν ξεπεραστεί από την ιστορία και η νέα ιδεολογική σκέψη πασχίζει να κατανοήσει τον κόσμο ως έχει. » 
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης οι πολιτικές ιδεολογίες δοκιμάζονται, ωστόσο σε κάθε περίπτωση αυτό δεν σημαίνει το τέλος των ιδεολογιών, διότι όσο υπάρχει πολιτική θα υπάρχει και ιδεολογία στην λογική ότι «η ιδεολογία είναι η κυρίαρχη έννοια της πολιτικής και είναι προορισμένη να επιβιώσει όποιο σχήμα και μορφή και αν προσλάβει. » Διότι «οι πολιτικές ιδεολογίες είναι ρευστά σύνολα ιδεών που παίρνουν αρκετά από τα χαρακτηριστικά τους από τις κοινωνικές συνθήκες και τις ιστορικές παραδόσεις του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο αναπτύσσονται ». Κατά συνέπεια και την εποχή της παγκοσμιοποίησης οι ιδεολογίες προσαρμόζονται στο σύγχρονο περιβάλλον και αποτελούν μέσο κατάκτησης της εξουσίας. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στο γεγονός ότι με βάση την παγκοσμιοποίηση αρχίζουν να αναπτύσσονται ιδεολογικά ρεύματα (ενάντια στην παγκοσμιοποίηση, οικολογία) τα οποία προτάσουν νέους τρόπους πολιτικής δράσης.  
Βλέπουμε ότι από τις αρχές του 21ου αιώνα η ιδεολογία αρχίζει να λαμβάνει ένα νέο σημαντικό ρόλο και αυτό διαφαίνεται από τα προαναφερθέντα νέα ιδεολογικό-πολιτικά κινήματα που εμφανίστηκαν αλλά και από την αναβίωση παλαιοτέρων πολιτικών κινημάτων τα οποία είχαν σχεδόν εξαφανιστεί από το τέλος τους πολέμου και ύστερα και τα οποία αναβιώνουν με νέα ορμή, όπως ο εθνικισμός στην Ανατολική Ευρώπη μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού αλλά και τα ισλαμικά φονταμενταλιστικά κινήματα. 
Τα κινήματα αυτά έρχονται να τονίσουν την σημαντικότητα της ιδεολογίας την σύγχρονη εποχή «που έχει καταλήξει να θεωρείται ένα απαραίτητο και ανεξάλειπτο χαρακτηριστικό της ανθρώπινης κατάστασης ». Οι ιδεολογίες είναι χρήσιμες κυρίως διότι έρχονται να ερμηνεύσουν τις καταστάσεις και να προσφέρουν ένα τρόπο πολιτικής δράσης. Είναι χρήσιμες για τους πολίτες και για την πολιτική εξέλιξη και για αυτό ακριβώς τον λόγο οι ιδεολογίες δεν δύνανται να εγκαταλειφθούν. 

Στοιχεία που ορίζουν την σημερινή ανάγκη ύπαρξης της ιδεολογίας


«Οι πολιτικές ιδεολογίες είναι δυναμικές και δεν μένουν αδρανείς αλλά αλλάζουν και αντιδρούν στις μεταβαλλόμενες συνθήκες » βασισμένες κυρίως στο γεγονός ότι αποτελούν ένα σύνολο ιδεών προσανατολισμένο στην δράση. 
Το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό μπορούμε να το δούμε εμφανώς τόσο στο κίνημα της αντί-παγκοσμιοποίησης όσο και στις ακτιβιστικές ενέργειες οικολογικών οργανώσεων. Το κίνημα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση παρά το γεγονός ότι «υπήρξε περισσότερο επιτυχές στην κινητοποίηση της λαϊκής υποστήριξης σε μία ευρεία έκταση ανομοιογενών ομάδων, παρά στην ανάπτυξη μιας συνεκτικής ανάλυσης του πως και του γιατί θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν τα πολιτικά προβλήματα », ήταν έντονα προσανατολισμένο στην πολιτική δράση και ιδιαίτερα σε αυτό που ονομάζεται κινηματική αριστερά και η οποία έχει εκφραστεί με τις κινητοποιήσεις στο Σιατλ, την Γένοβα κλπ.
Το οικολογικό κίνημα έρχεται να διαμορφώσει μία «νέα περιβαλλοντική ή οικολογική ιδεολογία » που περιλαμβάνει έντονο το στοιχείο της δράσης μέσω κυρίως ακτιβιστικών ενεργειών των οικολογικών οργανώσεων (πχ Greenpeace). Αλλά και σε πολιτικό επίπεδο όσο τα παραδοσιακά κόμματα δεν δίνουν λύση σε περιβαλλοντικά προβλήματα, «τότε θα πρέπει να θεωρήσουμε δεδομένο ότι η οικολογική πολιτική θα αποκτήσει μία ολοένα και πιο ισχυρή παρουσία στην πολιτική σκηνή » γεγονός εμφανές με την άνοδο των πολιτικών κομμάτων της οικολογίας (πχ Πράσινοι) στην Ευρώπη.
Τα κινήματα αυτά ενισχύονται έντονα με την ανάπτυξη των κοινωνικών δικτύων μέσω του διαδικτύου. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η Αραβική Ανοιξη όπου στα αραβικά ανελέυθερα καθεστώτα οι διαφορετικές πολιτικές και ιδεολογικές απόψεις βρήκαν διέξοδο μέσω των κοινωνικών δικτύων τα οποία αποτέλεσαν και εργαλεία για την κινητοποίηση των πολιτών εναντίον τους. Οι αλλαγές στον τομέα της τεχνολογίας επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο διακυβέρνησης και τα «κοινωνικά δίκτυα στον πραγματικό κόσμο μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την μετάδοση των πληροφοριών και την ενίσχυση της ικανότητας όσων είναι καλά δικτυωμένοι να επιτυγχάνουν τους στόχους τους .»
Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό της ιδεολογίας όπως έχει επισημανθεί από τον Heywood είναι ότι οι «ιδέες εντάσσουν το άτομο μέσα σε ένα κοινωνικό πλαίσιο και του δημιουργούν το αίσθημα ότι ανήκει σε κάποιο σύνολο ».
Αυτό το χαρακτηριστικό γίνεται εμφανές στα εθνικιστικά κινήματα που εκδηλώθηκαν στην Ανατολική Ευρώπη μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος. Η έμφυτη ανάγκη των πολιτών σε αυτές τις χώρες να ανήκουν σε έθνη, τους ώθησε στην υιοθέτηση εθνικιστικών ιδεολογιών «ως σύνολα ιδεών που διαμορφώνουν τον τρόπο σκέψης και δράσης των ανθρώπων σε θέματα που αφορούν τη φυλή και την εθνικότητα, » κάτι που δεν κατάφεραν να κάνουν σε αυτές τις χώρες ο φιλελευθερισμός και η σοσιαλδημοκρατία κυρίως διότι δεν μπόρεσαν να πείσουν τους πολίτες αυτών των χωρών . 
 «Οι εθνικιστικές αντιλήψεις ενδέχεται να γίνουν ακόμα ισχυρότερες τον εικοστό πρώτο αιώνα καθώς η καλπάζουσα τεχνολογία στις επικοινωνίες και στις μεταφορές κάνουν τον κόσμο μικρότερο, επιτρέποντα σε περισσότερους ανθρώπους να διασχίζουν περισσότερα σύνορα σε αναζήτηση πολιτικού ασύλου η οικονομικών ευκαιριών » και προσφέροντας σε φυλετικές αντιπαλότητες να έρθουν στην επιφάνεια. Τα μεταναστευτικά ρεύματα από τις πρώην κομμουνιστικές χώρες παλαιότερα και από την Ασία και την Αφρική τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη είχαν σαν συνέπεια να αναζωπυρωθούν εθνικιστικές και φασιστικές αντιλήψεις σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και τα κόμματα που τις εκπροσωπούν να λαμβάνουν υψηλά ποσοστά στις εκλογές. Συνέπεια των παραπάνω είναι «να αυξηθεί ο μαχητικός εθνικισμός και η υποστήριξη ηγετών που υπόσχονται να προστατεύσουν τους πολίτες και την οικονομική τους ευημερία από τους ξένους ». 

Επίλογος.
Την εποχή της παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας με την εξάπλωση μίας ομοιογενούς κουλτούρας, ενός προτυποποιημένου τρόπου ζωής στα πλαίσια μίας φιλελευθεροποιημένης καπιταλιστικής οικονομίας και της ελεύθερης αγοράς οι ιδεολογίες δεν εξαφανίζονται, αλλά «διαμορφώνονται και μεταβάλλονται, όπως μεταβάλλονται και οι συνθήκες και ανταποκρίνονται στις αλλαγές του κόσμου που τις περιβάλλει ».  Στα πλαίσια του κειμένου αυτού προσεγγίσαμε την έννοιας της ιδεολογίας αναφερόμενοι σε διάφορες ερμηνείες. Ακολούθως απαντήσαμε στο ερώτημα ότι την σημερινή εποχή η έννοια ιδεολογία εξακολουθεί να έχει σημασία. Τέλος με βάση δύο από τα βασικά χαρακτηριστικά των ιδεολογιών παρουσιάστηκαν παλαιές και νέες ιδεολογίες που έχουν δυναμική δείχνοντας τον βαθμό που οι ιδεολογίες αναμορφώνονται, προσαρμόζονται στην σύγχρονη εποχή και επηρεάζουν την σκέψη και την δράση των πολιτών.

   
Βιβλιογραφία.
Heywood Andrew, Πολιτικές ιδεολογίες, Πρόλογος Επιμέλεια Μαραντζίδης Ν., μτφρ. Κούτρης Χ., Εκδόσεις Επίκεντρο, Αθήνα 2007.
Plamenatz John., Ιδεολογία, μτφρ. Κονδύλης Τ., εκδόσεις Κάλβος, Αθήνα 1981
Ball Terence, Dagger Richard, Πολιτικές ιδεολογίες και το δημοκρατικό ιδεώδες, Τουρίκη 2011
Christakis Nicholas., Fowler James., Συνδεδεμένοι, μτφρ. Ξυγαλατάς Δ., Ρουμπέκας Ν., Εκδόσεις Κάτοπτρο, 2010

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τι είναι Προσήνεια

Τα άτομα που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία χαρακτηρίζονται κυρίως από την αγάπη και το ενδιαφέρον που δείχνουν στον συνάνθρωπο τους. Δείχνουν μεγάλη ευαισθησία απέναντι στον ανθρώπινο πόνο και πάντοτε δείχνουν μεγάλη θέληση για συνεργασία με τους γύρω τους. Εμπιστεύονται εύκολα τους άλλους ενώ πολύ σπάνια κάνουν κακή κριτική για άτομα που γνωρίζουν. Είναι άτομα που προσπαθούν και αποφεύγουν τις συγκρούσεις ενώ όταν έχουν διαφορές με άλλους προσπαθούν να βρουν μια συμβιβαστική λύση. Συνήθως Δεν τους αρέσει να μιλούν πολύ για τον εαυτό τους καθώς πιστεύουν ότι οι ίδιες τους οι πράξεις είναι αυτές που αναδεικνύουν την προσωπικότητα τους.

Φεουδαρχία, μια μεσαιωνική νοοτροπία

Εισαγωγή Ο J. Le Goff στο κείμενο του για την «Ιστορία των νοοτροπιών» αναρωτιέται: «Η φεουδαρχία, πάλι, τι είναι; Ένα σύνολο θεσμών, ένας τρόπος παραγωγής, ένα κοινωνικό σύστημα, ένας τύπος στρατιωτικής οργάνωσης; [1] » Ο Κ. Ράπτης αναφέρει ότι «ο όρος φεουδαλισμός χρησιμοποιήθηκε μεταγενέστερα και όχι από τους Ευρωπαίους του Μεσαίωνα για να δηλώσει ένα σύστημα σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων σε προσωπική βάση [2] ». Ο δε D. Nicholas [3] εκφράζει την άποψη ότι η φεουδαρχία δεν μπορεί να οριστεί ως «σύστημα». Αντίθετα προτιμά χρησιμοποιήσει τον όρο «φεουδαρχικές σχέσεις» ή «φεουδαρχικός δεσμός» ως πλαίσιο ρύθμισης των ανθρωπίνων σχέσεων όπου βασικό χαρακτηριστικό αποτελεί η υποτέλεια, «ο προσωπικός δεσμός ενός υποτελούς με έναν άρχοντα [4] ». Νοοτροπία τι είναι; Σύμφωνα με την λεξικογραφική ανάλυση στο κείμενο του J. Le Goff η νοοτροπία «δηλώνει το συλλογικό χρωματισμό του ψυχισμού, τον ιδιαίτερο τρόπο που νιώθει και σκέφτεται ένας λαός, μία ορισμένη ομάδα ανθρώπων [5] ». Σκοπός αυτή

Η σύγχρονη εποχή σύμφωνα με τους Bauman και Giddens

1. Εισαγωγή. Η νεωτερικότητα και η ύστερη νεωτερικότητα (ή κατά άλλους μετανεωτερικότητα ) αποτελούν δύο όρους στην κοινωνιολογική επιστήμη για τους οποίους καταναλώθηκε σημαντική πνευματική εργασία για τον προσδιορισμός τους. Αν θέλαμε να προσδιορίσουμε χρονικά τις δύο περιόδους θα τοποθετούσαμε την νεωτερικότητα από τον 15ο αιώνα έως και το 1945 με δομικά στοιχεία τον Διαφωτισμός, της πολιτικές επαναστάσεις, την βιομηχανική επανάσταση, την επιστημονική επανάσταση και το καπιταλιστικό σύστημα. Η ύστερη νεωτερικότητα αρχίζει από το 1945 και μετά με κύρια στοιχεία την κοινωνία της αφθονίας, την παγκοσμιοποίηση, την ανάπτυξη των μέσων μαζικής επικοινωνίας, την αλλαγή των χωρικών και χρονικών συντεταγμένων, τις συναλλαγές, την κινητικότητα του κεφαλαίου. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εργασίας θα αναφερθούμε στον τρόπο με τον οποίο ερμήνευσαν οι κοινωνιολόγοι Zygmunt Bauman (κεφάλαιο 2) και Anthony Giddens τις δύο αυτές περιόδους (κεφάλαιο 3). 2. Οι θέσεις του Bauman για την νεωτε