Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο Μαρξ συνεχώς επίκαιρος εν μέσω κρίσης. Αλλοτρίωση και εμπορευματοποίηση


Εισαγωγή.
Η νεωτερική περίοδος (16ος – 20ος αιώνας) περιλαμβάνει πλήθος γεγονότων, εξελίξεων και επαναστάσεων που διαμόρφωσαν μία την σύγχρονη του κόσμου. Μία από τις σημαντικότερες συμβολές στην εξέλιξη της σύγχρονης εποχής υπήρξε η διανοητική εργασία του Γερμανού φιλοσόφου, κοινωνιολόγου και οικονομολόγου Karl Marx (1818-1883) όπου με συνεργάτη και βοηθό τον Friedrich Engels(1820-1895) προσπάθησαν να ερμηνεύουν ποικιλοτρόπως τα επιτεύγματα της νεωτερικής περιόδου αναλύοντας κατά κύριο λόγο τον καπιταλισμό και να υποδείξουν ένα διαφορετικό οικονομικό μοντέλο, αυτό του κομμουνισμού.  
Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να παρουσιαστούν τρεις βασικές έννοιες που χρησιμοποιεί ο Marx για την ανάλυση της νεωτερικότητας ως εργαλεία. Αυτές είναι με σειρά παρουσίασης στο κείμενο η ανθρώπινη αλλοτρίωση, η ιδεολογία και ο φετιχισμός τους εμπορεύματος. Η δομή της συγκεκριμένης εργασίας είναι η ακόλουθη. Στο επόμενο κεφάλαιο, το δεύτερο, θα γίνει η παρουσίαση των εννοιών αυτών και θα δειχθεί ο τρόπος με τον οποία τις χρησιμοποιεί εργαλειακά ο Marx για να αναλύσει συγκεκριμένες συνισταμένες της νεωτερικότητας.   

Ορίζοντας την Νεωτερικότητα
Ως νεωτερικότητα ορίζεται η περίοδος από τον 16ο αιώνα με την έναρξη της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού μέχρι και τον 20ο αιώνα και σημαδεύεται με «την ιστορική ανάδυση της σύγχρονης δυτικής βιομηχανίας#» και την επικράτηση του οικονομικού μοντέλου του καπιταλισμού. Σηματοδοτείται από την δημιουργία των εθνικών κρατών, από διαφόρων μορφών επαναστάσεις (Πολιτικές: Αγγλική - Ένδοξη, Γαλλική, Επιστημονική, Βιομηχανική), από πολιτικά και κοινωνικά κινήματα, από την αντικατάσταση της φεουδαρχίας από τον καπιταλισμό ως οικονομικού μοντέλου.
 Στην περίοδο της νεωτερικότητας η ευρωπαϊκή σκέψη μετεξελίχθηκε, οι προκαταλήψεις καταρρίφτηκαν και απελευθερώθηκε ο άνθρωπος από τον μύθο, επικράτησε ο ορθός λόγος και οι επιστημονικοί νόμοι, η αυτοδιάθεση του ατόμου και η πολιτική χειραφέτηση. Ταυτόχρονα μέσω της ανάπτυξης του καπιταλισμού διαμορφώθηκε ένας νέος τρόπος οικονομικής σκέψης και κοινωνικής οργάνωσης και αυτός ο τρόπος είναι που αποτέλεσε το πεδίο κριτικής του Marx. Σύμφωνα με τον Aron ο Marx είναι πρωτίστως «ο κοινωνιολόγος και ο οικονομολόγος του καπιταλιστικού καθεστώτος#» ασκώντας κριτική στα επιτεύγματα της νεωτερικότητας  και κυρίως «της καπιταλιστικής πολιτικής οικονομίας δηλαδή της δομικής επίδρασης και των δυσμενών συνεπειών της λειτουργίας της εμπορευματοποίησης στην σφαίρα των κοινωνικών σχέσεων, των θεσμών και της πολιτικής οργάνωσης#.» Για να το κάνει αυτό χρησιμοποιεί εργαλεία, εισάγει την έννοια της αλλοτρίωσης, ασκεί κριτική στις νεωτερικές πνευματικές δημιουργίες τις οποίες θέτει κάτω από το πλαίσιο της επιβολής της κυρίαρχης ιδεολογίας και τέλος κατακρίνει την εμπορευματοποίηση των ανθρωπίνων σχέσεων που την θέτει υπό το μανδύα του φετιχισμού του εμπορεύματος.

Η Αλλοτρίωση.
Προκειμένου να αντιταχθεί στην εικόνα της ελευθερίας του ατόμου, που υψώνει ως την ύψιστη κατάκτηση η νεωτερικότητα, ο Marx εισάγει την έννοια της αλλοτρίωσης και την ορίζει ως την διαδικασία αποξένωσης, απομάκρυνσης από την ανθρώπινη ουσία. Ο άνθρωπος γίνεται ξένος ως προς τον εαυτό του, απομακρύνεται από το βαθύ είναι του και πλέον δεν νιώθει καλά ως ανθρώπινη ύπαρξη. Ουσιαστικά η αλλοτρίωση περιγράφει μία  διαδικασία που «αποξενώνει τον άνθρωπο από το δικό του σώμα, από τη φύση όπως υπάρχει έξω απ’ αυτόν, από την πνευματική του ουσία, την ανθρώπινη ουσία του#» καθιστώντας τον ανελεύθερο οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά. 
Ο Marx τονίζει την σημασία της ελεύθερης και δημιουργικής εργασίας για την αυτοπραγμάτωση του ανθρώπου αλλά «σε αυτή την κοινωνία του ελεύθερου ανταγωνισμού το άτομο εμφανίζεται αποσπώμενο από τους φυσικούς δεσμούς που σε προηγούμενες ιστορικές εποχές το έκαναν εξάρτημα ενός ορισμένου, περιορισμένου ανθρώπινου συγκροτήματος#.» Ο Marx χρησιμοποιεί την αλλοτρίωση ως εργαλείο για να δείξει τον φαινόμενο της αποξένωσης του ανθρώπου σε σε τρία στάδια. 
Στο πρώτο στάδιο αλλοτρίωσης, την οικονομική αλλοτρίωση, ο άνθρωπος με την ιδιότητα του εργάτη αποξενώνεται από το αντικείμενο της εργασίας του, το προϊόν, το οποίο το ελέγχει και το εκμεταλλεύεται ως υπεραξία ο κάτοχος των μέσων παραγωγής.  Έτσι η εργασία πλέον για τον άνθρωπο δεν είναι δημιουργική και ζωογόνος αλλά είναι «σαν κάτι αλλότριο, σαν μια δύναμη ανεξάρτητη από τον παραγωγό.#» 
Συνέπεια του παραπάνω είναι να νιώθει ο εργάτης δυστυχισμένος, φθαρμένος σωματικά και πνευματικά. Αυτή η δυστυχία που βιώνει ο εργάτης αποτελεί σύμφωνα με τον Marx το δεύτερο στάδιο της αλλοτρίωσης, μία ιδεολογική και ψυχολογική αλλοτρίωση (αυτοαλλωτρίωση), αφού ο εργάτης αποξενώνεται από τον εαυτό του και την εργατική ικανότητα του. Ο άνθρωπος πλέον εργάζεται όχι για τον εαυτό του αλλά για τους άλλους. Παύει να είναι δημιουργός και άρα η εργασία δεν είναι εσωτερική αλλά γίνεται «εξωτερική ως προς την ύπαρξή του#». 
Στην τρίτη φάση της αλλοτρίωσης, την κοινωνική – πολιτική – πολιτισμική, ο Marx θεωρεί ότι η αυτο-αλλοτρίωση του ανθρώπου οδηγεί «νόθευση του συλλογικού χαρακτήρα της παραγωγικής δραστηριότητας#». Ο αλλοτριωμένος εργάτης αποξενώνεται από τον συνάνθρωπο και συνάδελφο του μέσα από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής «λόγω του εξαναγκαστικού καταμερισμού της εργασίας και της επιβεβλημένης διαφοροποίησης των ρόλων#» και κατ’ επέκταση από το κοινωνικό σύνολο αδυνατώντας να κοινωνικοποιηθεί και να συμμετάσχει στην κοινωνική ζωή.
Εκτός από την αποξένωση του ανθρώπου από τους συνανθρώπους του, η οποία επιδρά ατομικά στον κάθε ένα, επιδρά και στην κοινωνικότητα της εργασίας. Η εργασία έχει έναν συλλογικό και κοινωνικό χαρακτήρα ο οποίος στηρίζεται στην αμοιβαία συμπληρωματικότητα των ρόλων και τη συνολική εξάρτηση των δημιουργών μεταξύ τους. Ωστόσο αυτή η διαδικασία δεν στηρίζεται όπως θα ήταν φυσιολογικό στην διαπροσωπική σχέση, την σύμπραξη και την κοινή υλική προσπάθεια των συμμετεχόντων εργαζομένων σε αυτή αλλά ως μια υποταγή στο καπιταλιστικό κεφάλαιο το οποίο χρησιμοποιεί την συλλογική εργασία ως εμπορεύσιμη ανταλλακτική αξία. Επιπροσθέτως η κρίση εντείνεται με την σύγκρουση των εργαζομένων στα πλαίσια του εργασιακού ανταγωνισμού και της απόκτησης περισσότερων προϊόντων το οποίο διαλύει την κοινωνική συνοχή. Σύμφωνα με τον Marx ο άνθρωπος οφείλει να συνειδητοποιήσει την κατάσταση της αλλοτρίωσης στην οποία ευρίσκεται και να την αποτρέψει διαμορφώνοντας μία ταξική συνείδηση. 

Ο φετιχισμός του εμπορεύματος.
Συνέπεια της αλλοτριωμένης συμπεριφοράς αποτελεί το γεγονός ότι ο άνθρωπος πλέον εργάζεται μόνο για την απόκτηση των υλικών αγαθών, αυτών που πρόσκαιρα θα ικανοποιήσουν τις ανάγκες του, των εμπορευμάτων. «Τον Marx απασχολεί κατεξοχήν η κοινωνική σχέση της ανταλλαγής αγαθών ως εμπορευμάτων, η σχέση των ανθρώπων που συνδέονται μεταξύ τους προκειμένου να ανταλλάξουν τα προϊόντα της εργασίας τους ως ισοδύναμα εμπορεύματα#». Σύμφωνα με τον Marx κάθε προϊόν έχει μία χρηστική και μία ανταλλακτική αξία. Η πρώτη έχει σχέση με την χρησιμότητα του και τις δυνατότητες εφαρμογής του. Η δεύτερη αποτελεί την αποτύπωση του προϊόντος στην καπιταλιστική κοινωνία της αγοράς και εκφράζεται σε χρήμα διαμορφώνοντας την εμπορευματική αξία του προϊόντος. Ως παραγωγική δύναμη στην κοινωνία ο άνθρωπος δημιουργεί αγαθά μέσα από την εργασία. Τα αγαθά αυτά είναι ανταλλάξιμα και γίνονται εμπόρευμα αποτελώντας την εργασιακή απόδοση των εργατών. «Η σχέση που κυριαρχεί στην καπιταλιστική κοινωνία είναι λοιπόν αυτή της ανταλλαγής εμπορευμάτων, καθώς και η εργασιακή δύναμη διακινείται «ελευθέρα» ως εμπόρευμα στην αγορά#.» 
Συνέπεια της παραπάνω σχέσης είναι ότι μετατρέπεται ο κοινωνικός χαρακτήρας της ανθρώπινης εργασίας σε μία σχέση μεταξύ των προϊόντων της εργασίας  των εργαζομένων με αποτέλεσμα αυτά τα προϊόντα να αυτονομούνται και να αντικαθιστούν τους δημιουργούς τους. «Η κοινωνική σχέση, για παράδειγμα, μεταξύ του ράφτη και του μαραγκού παρουσιάζεται ως μια σχέση μεταξύ του παλτού και του τραπεζιού, με την έννοια ότι πραγματώνεται μόνο διαμέσου των εμπορευμάτων που αυτοί ανταλλάσσουν μεταξύ τους#».
Χάνοντας την ιδιότητα τους ως ανθρωπίνων προϊόντων, τα προϊόντα της εργασίας μετατρέπονται σε ένα φετίχ#, καθώς τους αποδίδονται ιδιότητες που είναι κατ΄ ουσία ιδιότητες των ανθρωπίνων καταστάσεων στις οποίες υποτάσσονται τόσο ο άνθρωπος που τις κατέχει όσο και αυτός που τις στερείται. «Το προϊόν γίνεται άμεσα αντικείμενο και υπηρέτης της ατομικής ανάγκης και την ικανοποιεί με την απόλαυση#». Ο Marx ορίζει το φαινόμενο αυτό ως φετιχισμό του εμπορεύματος. Με αυτόν τον τρόπο ο κοινωνικός χαρακτήρας της παραγωγής μετατρέπεται «σε μια αγορά αφηρημένων ανταλλακτικών αξιών όπου οι παραγωγοί συνδέονται μεταξύ τους εμμέσως ως αγοραστές και πωλητές#» και τα προϊόντα είναι αυτά που αποκτούν μία κοινωνική σχέση μεταξύ τους. Ουσιαστικά «στην παραγωγή αντικειμενικοποιείται το πρόσωπο και στην κατανάλωση στο πρόσωπο υποκειμενικοποιείται το πράγμα#». 
Ο φετιχισμός του εμπορεύματος ως εργαλείο χρησιμοποιείται για να ασκηθεί κριτική στην ιδεαλιστική αντίληψη που υπάρχει στην νεωτερικότητα για τα βιομηχανικά προϊόντα ως αποτέλεσμα της επιστημονικής δημιουργίας του ανθρώπου. Για το Marx η εμπορευματοποίηση συνεισφέρει στην οικονομική μορφή της αλλοτρίωσης διότι το άτομο υποτάσσεται σε ένα κόσμο υλικών αντικειμένων, εργάζεται μόνο και μόνο για την απόκτηση αυτών των προϊόντων με μέσο  το χρήμα που διαμορφώνει και επηρεάζει τις ανθρώπινες σχέσεις καθορίζοντας μία καπιταλιστική ιδεολογία.

Η ιδεολογία.
Ορίζοντας την ιδεολογία θα μπορούσε να περιγραφεί ως ένα συνεκτικό σύστημα ιδεών, αξιών, κανόνων, προτύπων, συμβόλων με κάποια σχετική συνοχή που σκοπό έχει να ερμηνεύσει και να αξιολογήσει τις τρέχουσες κοινωνικές συνθήκες, να βοηθήσει τους ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν την θέση τους στην κοινωνία και προσφέρει ένα πρόγραμμα κοινωνικής και πολιτικής δράσης#.
Ο Marx δεν είχε ιδιαίτερη αγάπη για την ιδεολογία αλλά την χρησιμοποίησε ως εργαλείο για να δείξει ότι ο μόνος σκοπός της ήταν να παραπλανήσει, να εξαπατήσει και αποτελέσει «μία ψευδή συνείδηση καθορισμένη από κοινωνικές συνθήκες ή από την κοινωνική ύπαρξη#». Για τους Μαρξιστές συνεχιστές του «οι ιδέες έχουν μία υλική βάση, αλλά δεν έχουν κανένα νόημα και καμία σημασία από μόνες τους αντιμετωπίζοντας τις πολιτικές ιδέες ως απλές εκφράσεις των συμφερόντων συγκεκριμένων τάξεων#».
Ο Marx θεωρεί ότι η ιδεολογία δεν έχει σημαντικό ρόλο στην καπιταλιστική κοινωνία όπως είχε στην φεουδαρχική κοινωνία μέσω της θρησκείας. «Στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και σε ένα καπιταλιστικό κοινωνικό μετασχηματισμό το οικονομικό επίπεδο έχει τον κυρίαρχο ρόλο#» αποτελεί την βάση πάνω στην οποία στηρίζεται το εποικοδόμημα που περιλαμβάνει και την ιδεολογία. Για τον Marx «οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης είναι σε κάθε εποχή οι κυρίαρχες ιδέες,#» διότι ελέγχοντας την υλική παραγωγή είναι σε θέση να υποδεικνύουν και την πνευματική παραγωγή υποτάσσοντας σε αυτήν τις μειονεκτούσες τάξεις. Κατά συνέπεια η άρχουσα τάξη την καπιταλιστική περίοδο διαμορφώνει το επικοδόμημα δηλαδή ένα «συνεκτικό σύστημα των ιδεών, νοημάτων και αξιακών κανόνων που κυκλοφορούν στο «εποικοδόμημα» της νεωτερικής κοινωνικής δομής (π.χ., ελευθερία, δικαιοσύνη, ανθρωπιά, ισότητα, νόμος, ο πολίτης, το Έθνος, ο λαός)#» το οποίο αντικαθιστά τον αντίστοιχο ρόλο που είχε η θρησκεία στις προ-νεωτερικές κοινωνίες και κυριαρχεί πάνω στους εργάτες. 
Συσχετίζοντας την ιδεολογία με την θρησκεία στο έργο που συνέγραψε ο Marx με τον Engels, στην Γερμανική Ιδεολογία, θεωρούν ότι σε ένα πρώτο επίπεδο η ιδεολογία αποτελεί ένα τρόπο αναπαράστασης της πραγματικότητας ο οποίος «στην βάση ενός κοινά αποδεκτού νοήματος ή συστήματος κοινών αξιών συνέχει και συγκολλά τα μέλη μιας ομάδας δημιουργώντας ένα συναινετικό στυλ σκέψης, μια κοινή συνείδηση της ολότητας και συνεπώς μια συλλογική ταυτότητα.#» Σε ένα δεύτερο επίπεδο η ιδεολογία λειτουργεί ως ένας μηχανισμός παραμόρφωσης της πραγματικότητας, ένα σύστημα εξαπάτησης του οποίου «τα διανοητικά προϊόντα παρουσιάζουν αντεστραμμένα (ως camera obscura) τη διαδικασία της πραγματικής ζωής#».
Σε ένα τρίτο επίπεδο οι Marx-Engels συνδέουν την ιδεολογία με την εξουσία. Σκοπός της τελευταίας είναι να χρησιμοποιήσει την ιδεολογία για να μεταβάλει την πραγματικότητα στην συνείδηση των εργατών και να αποτελέσει «έναν μηχανισμό διατήρησης και αναπαραγωγής των κατεστημένων εξουσιαστικών σχέσεων» συμβάλλοντας στην τρίτη φάση αλλοτρίωσης του εργάτη από το περιβάλλον του, την πολιτική αλλοτρίωση. Με αυτόν τον τρόπο το κράτος παρουσιάζεται δίκαιο, ουδέτερο, φιλελεύθερο και έτσι επιτυγχάνεται η οικιοθελής υποταγή του εργάτη στην κυρίαρχη εντολή παρέχοντας σε αυτόν την ψευδαίσθηση της συμμετοχής στην εξουσία μέσω ελευθέρων εκλογών και «κάνει αποτελεσματικότερη την ηγεμονία της άρχουσας τάξης η οποία δεν χρειάζεται πλέον να χρησιμοποιεί μόνο ωμή βία για να εξουσιάσει#.»
Συνέπεια της παραπάνω κατάστασης είναι να συγκρουστούν οι δύο δυνάμεις μέσα στην κοινωνία, αστοί και προλετάριοι. Οι αστοί κατέχουν την κυρίαρχη ιδεολογία στην αστική δημοκρατία και οι προλετάριοι πρέπει να την αποκτήσουν και για να το καταφέρουν αυτό θα πρέπει να αποκτήσουν ταξική συνείδηση. Αυτό που πρέπει να συνειδητοποιήσουν σύμφωνα με τους Marx-Engels οι εργάτες είναι ότι «ο τρόπος παραγωγής της υλικής ζωής καθορίζει την κοινωνική, πολιτική και πνευματική ζωή. Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει την ύπαρξή τους. Αντίθετα, η κοινωνική τους ύπαρξη είναι αυτή που καθορίζει την συνείδηση τους#.» Αποκτώντας ταξική συνείδηση οι προλετάριοι θα είναι σε θέση να αντισταθούν στην κυρίαρχη ιδεολογία και μέσω της οργάνωσης τους στο κομμουνιστικό κόμμα να προχωρήσουν στην επανάσταση η οποία θα οδηγήσει στην συλλογική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και την ισότιμη σχέση των πολιτών. 

Συμπεράσματα.
«Αυτό που η θεωρία του «εποικοδομήματος» (ιδεολογία) και η θεωρία της «βάσης» (φετιχισμός) έχουν από κοινού, είναι το σχήμα της αλλοτρίωσης#» , δηλαδή την αναστροφή της σχέσης ατόμου και κοινωνίας. Ο Marx στα πονήματα του δεν περιγράφει μόνο τον κομμουνισμό αλλά κατεξοχήν αναλύει και τον καπιταλισμό διότι «αποτελούν τις δύο όψεις της νεωτερικότητας: ο πρώτος ως ήδη εγκαθιδρυμένη πραγματικότητα από την οποία προέρχονται τα ανθρώπινα δεινά της εκμετάλλευσης και της αλλοτρίωσης και ο δεύτερος ως η εν δυνάμει πραγματικότητα που θα υπερκεράσει καθιδρύοντας το αληθινό βασίλειο της χειραφέτησης#» 
Ο Marx χρησιμοποίησε εργαλειακά τις παραπάνω έννοιες προκειμένου να αναλύσει τόσο την οικονομική βάση όσο και το ιδεολογικό εποικοδόμημα του καπιταλισμού. Τα επιτεύγματα της νεωτερικότητας αναφορικά με την απελευθέρωση του ανθρώπου, την οικονομία της αγοράς, την ψευδαίσθηση της δημοκρατίας αναλύονται και κριτικάρονται με τρόπο επαρκή από τα προαναφερθέντα εργαλεία. Για τον Marx η αλλοτριωμένη εργασία είναι αποτέλεσμα της εμπορευματοποίησης του προϊόντος, του καταμερισμού της εργασίας, της διαίρεσης της κοινωνίας σε ανταγωνιστικές τάξεις και της πνευματικής επιβολής της κυρίαρχης ιδεολογίας. Με αυτόν τον τρόπο μεταμορφώνεται η αξία της ανθρώπινης εργασίας σε αξία ενός προϊόντος. Ο Marx θεωρεί ότι για να αντιμετωπιστεί η καπιταλιστική εκμετάλλευση θα πρέπει να αποκτήσει ο εργάτης ταξική συνείδηση, να απο-αλλοτριωθεί, να οργανωθεί στο κομμουνιστικό κόμμα και να χειραφετηθεί μέσω της επανάστασης που θα μεταβάλει τις παραγωγικές σχέσεις και θα τον απελευθερώσει. 

Βιβλιογραφία.
Ρωμανός Βασίλειος, ‘Η Μαρξική Κριτική της Νεωτερικότητας και το Πρόβλημα της Ορθολογικότητας της Ιστορίας’, στο συλλογικό έργο Κοινωνική Σκέψη και Νευρικότητα, επιμ. Κονιόρδος Σ., Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2010.
Marx Karl, Grundrisse Βάσεις Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας, μτφρ. Χοντζέας Ι., Εκδόσεις Α/ΣΥΝΕΧΕΙΑ, Αθήνα 2009. 
Aron Raymond, Η Εξέλιξη της Κοινωνιολογικής Σκέψης, δύο τόμοι, μετάφραση Μπάμπης Λυκούδης, Αθήνα: Γνώση 1994 
Marx Karl, Engels Friedrich, H Γερμανική Ιδεολογία, Τόμος Α, μτφρ Φιλήνη Κ., Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 1997
Heywood Andrew, Πολιτικές ιδεολογίες, Πρόλογος Επιμέλεια Μαραντζίδης Ν., μτφρ. Κούτρης Χ., Εκδόσεις Επίκεντρο, Αθήνα 2007.
Plamenatz John., Ιδεολογία, μτφρ. Κονδύλης Τ., εκδόσεις Κάλβος, Αθήνα 1981
Ball Terence, Dagger Richard, Πολιτικές ιδεολογίες και το δημοκρατικό ιδεώδες, Εκδόσεις Τουρίκη, Αθήνα 2011
Αντωνοπούλου Μαρία, Οι Κλασσικοί της Κοινωνιολογίας. Κοινωνική θεωρία και νεότερη κοινωνία, Εκδόσεις Σαββάλας, Αθήνα 2008.
Πουλαντζάς Νίκος, ‘Κ.Μαρξ και Φ. Ενγκελς’ στο Φ. Σατελέ Η φιλοσοφία (τόμος Γ)από τον Καντ εως τον Χούρσελ, Εκδόσεις Γνώση.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τι είναι Προσήνεια

Τα άτομα που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία χαρακτηρίζονται κυρίως από την αγάπη και το ενδιαφέρον που δείχνουν στον συνάνθρωπο τους. Δείχνουν μεγάλη ευαισθησία απέναντι στον ανθρώπινο πόνο και πάντοτε δείχνουν μεγάλη θέληση για συνεργασία με τους γύρω τους. Εμπιστεύονται εύκολα τους άλλους ενώ πολύ σπάνια κάνουν κακή κριτική για άτομα που γνωρίζουν. Είναι άτομα που προσπαθούν και αποφεύγουν τις συγκρούσεις ενώ όταν έχουν διαφορές με άλλους προσπαθούν να βρουν μια συμβιβαστική λύση. Συνήθως Δεν τους αρέσει να μιλούν πολύ για τον εαυτό τους καθώς πιστεύουν ότι οι ίδιες τους οι πράξεις είναι αυτές που αναδεικνύουν την προσωπικότητα τους.

Φεουδαρχία, μια μεσαιωνική νοοτροπία

Εισαγωγή Ο J. Le Goff στο κείμενο του για την «Ιστορία των νοοτροπιών» αναρωτιέται: «Η φεουδαρχία, πάλι, τι είναι; Ένα σύνολο θεσμών, ένας τρόπος παραγωγής, ένα κοινωνικό σύστημα, ένας τύπος στρατιωτικής οργάνωσης; [1] » Ο Κ. Ράπτης αναφέρει ότι «ο όρος φεουδαλισμός χρησιμοποιήθηκε μεταγενέστερα και όχι από τους Ευρωπαίους του Μεσαίωνα για να δηλώσει ένα σύστημα σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων σε προσωπική βάση [2] ». Ο δε D. Nicholas [3] εκφράζει την άποψη ότι η φεουδαρχία δεν μπορεί να οριστεί ως «σύστημα». Αντίθετα προτιμά χρησιμοποιήσει τον όρο «φεουδαρχικές σχέσεις» ή «φεουδαρχικός δεσμός» ως πλαίσιο ρύθμισης των ανθρωπίνων σχέσεων όπου βασικό χαρακτηριστικό αποτελεί η υποτέλεια, «ο προσωπικός δεσμός ενός υποτελούς με έναν άρχοντα [4] ». Νοοτροπία τι είναι; Σύμφωνα με την λεξικογραφική ανάλυση στο κείμενο του J. Le Goff η νοοτροπία «δηλώνει το συλλογικό χρωματισμό του ψυχισμού, τον ιδιαίτερο τρόπο που νιώθει και σκέφτεται ένας λαός, μία ορισμένη ομάδα ανθρώπων [5] ». Σκοπός αυτή

Η σύγχρονη εποχή σύμφωνα με τους Bauman και Giddens

1. Εισαγωγή. Η νεωτερικότητα και η ύστερη νεωτερικότητα (ή κατά άλλους μετανεωτερικότητα ) αποτελούν δύο όρους στην κοινωνιολογική επιστήμη για τους οποίους καταναλώθηκε σημαντική πνευματική εργασία για τον προσδιορισμός τους. Αν θέλαμε να προσδιορίσουμε χρονικά τις δύο περιόδους θα τοποθετούσαμε την νεωτερικότητα από τον 15ο αιώνα έως και το 1945 με δομικά στοιχεία τον Διαφωτισμός, της πολιτικές επαναστάσεις, την βιομηχανική επανάσταση, την επιστημονική επανάσταση και το καπιταλιστικό σύστημα. Η ύστερη νεωτερικότητα αρχίζει από το 1945 και μετά με κύρια στοιχεία την κοινωνία της αφθονίας, την παγκοσμιοποίηση, την ανάπτυξη των μέσων μαζικής επικοινωνίας, την αλλαγή των χωρικών και χρονικών συντεταγμένων, τις συναλλαγές, την κινητικότητα του κεφαλαίου. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εργασίας θα αναφερθούμε στον τρόπο με τον οποίο ερμήνευσαν οι κοινωνιολόγοι Zygmunt Bauman (κεφάλαιο 2) και Anthony Giddens τις δύο αυτές περιόδους (κεφάλαιο 3). 2. Οι θέσεις του Bauman για την νεωτε